Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Από τη Σαμψούντα στη Σρεμπρένιτσα: Ας τελειώσουμε επιτέλους με τις ιστορικές εκκρεμότητες


τoυ Βλάση Αγτζίδη


Αφορμή για το σημείωμα αυτό αποτελεί η πρόσφατη αναφορά στην ομαδική σφαγή 7.000 χιλιάδων αμάχων Βόσνιων μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα και η τελετουργική ταφή των υπολειμμάτων των θυμάτων που ταυτοποιήθηκαν. Στην τελετή για τα θύματα της Σρεμπρένιτσα παραβρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο προεδρεύων της Ε.Ε., αλλά και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν. Η κυβέρνηση Ερντογάν είχε μεσολαβήσει για να αναγνωρίσουν οι Σέρβοι τη σφαγή. Επιπλέον, στο πλαίσιο της «προστασίας» που θέλει να παρέχει στους μουσουλμάνους της Βαλκανικής και της προβολής της «οθωμανικής κληρονομιάς» έχει στηρίξει οικονομικά τη Βοσνία, προωθώντας επενδύσεις στη χώρα, ενώ έχει μεσολαβήσει στις συνομιλίες προσέγγισης μεταξύ Σερβίας, Βοσνίας και Κροατίας.

Όμως, πριν από δύο χρόνια, όταν είχε βρεθεί ένας ομαδικός τάφος στο παλιό ελληνικό χωριό Γιαζισιλάρ της Σαμψούντας και παρ' όλες τις εκκλήσεις των προσφυγικών ρωμαίικων οργανώσεων, η επίσημη Τουρκία κώφευσε. Το ζήτημα των ομαδικών τάφων στην περιοχή του δυτικού Πόντου από την περίοδο 1914-1922 είναι άγνωστο μεν, υπαρκτό δε.

Από την ανοχή και την ποικιλία στον αποκλεισμό και το μοναδικό πολιτισμό

Αυτό που συνέβη εκείνη την εποχή σχετίζεται με την απόφαση που είχαν λάβει οι Νεότουρκοι στο Συνέδριό τους της Θεσσαλονίκης το 1911 για την ομογενοποίηση της Ανατολίας μέσω της φυσικής εξαφάνισης ή της αφομοίωσης των χριστιανών της Αυτοκρατορίας. Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι Έλληνες της Ανατολής είχαν ενισχύσει με κάθε τρόπο τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις και είχαν επενδύσει στο κοινό οθωμανικό όραμα όλων των λαών της Αυτοκρατορίας. Ένα όραμα δημοκρατικό, που έθετε τα δικαιώματα του πολίτη στο επίκεντρο και εξαφάνιζε τις διακρίσεις και τη θρησκευτική ή εθνική καταπίεση. Όμως το όραμα αυτό, όπως και η οθωμανική «περεστρόικα» που άρχισε με το Τανζιμάτ, εξοβελίστηκαν από τον εθνικισμό όταν αποφασίστηκε η καταστροφή της πολυπολιτισμικής και πολυεθνοτικής οθωμανικής κοινωνίας.

Από το 1916 άρχισαν οι συστηματικές σφαγές στην περιοχή του Δυτικού Πόντου. Την περίοδο που ακολούθησε υλοποιήθηκε το προαποφασισμένο σχέδιο των εθνικιστών, για φυσική εξόντωση των χριστιανικών κοινοτήτων. Η δράση Ρωμιών ανταρτών χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι για την πλήρη εκκαθάριση της περιοχής από τον άμαχο πληθυσμό. Ήταν τέτοια η ένταση και η έκταση των διωγμών, ώστε ακόμη και οι σύμμαχοι των Νεότουρκων εθνικιστών διατύπωσαν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους.

Ο τάφος του Γιαζισιλάρ

Η ανακάλυψη ομαδικού τάφου στη Σαμψούντα, που ανήκει σε Έλληνες Ποντίους της περιόδου των διωγμών από τους Τούρκους, έφερε και πάλι στην επικαιρότητα την άγνωστη σφαγή των Ρωμιών αμάχων εκείνης της εποχής από τους εθνικιστές μετά το 1916. Τα οστά βρέθηκαν τυχαία κατά τη διάρκεια εργασιών σε σχολείο του χωριού Γιαζισιλάρ, ενώ σύμφωνα με τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων οι εργάτες πέταξαν τα οστά στο ποτάμι της περιοχής. Ο κάτοικοι του χωριού όπου βρέθηκε ο ομαδικός τάφος υποστηρίζουν ότι υπάρχουν και ερείπια από τέσσερις ελληνικές εκκλησίες. Μία απ’ αυτές βρισκόταν εκεί που σήμερα έχει κατασκευαστεί το σχολείο.

Ο συγκεκριμένος ομαδικός τάφος που εντοπίστηκε στη Σαμψούντα φαίνεται ότι εντάσσεται στον κατάλογο με τα κατορθώματα του Τοπάλ Οσμάν, ενός αιμοβόρου τσέτη απ’ το Rize με ακραία συμπεριφορά, που τελικά θα βρει το θάνατο μετά από εντολή του Μουσταφά Κεμάλ. Για τον τάφο αυτό ο μελετητής της ιστορίας των Ελλήνων του Δυτικού Πόντου, εκπαιδευτικός Γιώργος Αντωνιάδης γράφει: «Το χωριό Γιαζιλάρ, αποτελεί συνοικισμό του χωριού Τερέκιοϊ, που βρίσκεται πάνω στην παραλιακή οδό. Τον Ιούνιο του 1921, συγκέντρωσαν τα γυναικόπαιδα του χωριού Τερέκιοϊ και αφού τα έπνιξαν με βρόχο τα πέταξαν σε ένα λάκκο και στη συνέχεια κάλυψαν το λάκκο αυτό με χώμα...»

Για άλλη μια φορά το θέμα υποβαθμίστηκε και από τις αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες, στο πλαίσιο της υποτίμησης της τραυματικής προσφυγικής εμπειρίας και της επίτευξης ελληνοτουρκικής συνεννόησης χωρίς την τήρηση των στοιχειωδών ανθρωπιστικών αρχών, όπως είναι ο σεβασμός της μνήμης των νεκρών και η απόδοση των στοιχειωδών τιμών που απαιτούν οι -τυπικά αποδεκτοί- απ’ όλους πολιτισμικοί κανόνες.

Έχει γίνει ήδη καταγραφή πολλών τέτοιων τοποθεσιών ομαδικών τάφων. Είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με νηφαλιότητα, τόσο από την Τουρκία όσο και την Ελλάδα, η οποία φαίνεται να αγνοεί τεχνητά το ζήτημα, ακολουθώντας την παλιά τακτική της περιφρόνησης των Ρωμιών προσφύγων απ’ την Ανατολή. Ο στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία ενός ενιαίου τάφου, όπου θα μαζευτούν όλα τα οστά που θα ανευρεθούν, με πρώτα αυτά του ομαδικού τάφου του Γιαζισιλάρ.

Επίλογος

Ίσως ήρθε η ώρα οι απλοί άνθρωποι, οι καλλιτέχνες και οι χορευτές λαϊκών χορών που μοιράζονται τους πολλούς όμορφους κοινούς πολιτισμούς μας, μαζί με τους μη εθνικιστές ιστορικούς, να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν εκείνες τις γέφυρες γνώσης, φιλίας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών που ζουν και θα ζουν για πάντα στις ακτές του Αιγαίου και της Μαύρης Θάλασσας. Nα καταλάβουν πώς σκέφτεται ο «άλλος», ο «διαφορετικός». Να προσπαθήσουν να μιλήσουν για τα κοινά στοιχεία -κάτι που είναι εύκολο- αλλά και να διερευνήσουν -όσο οδυνηρό κι αν είναι αυτό- τα δύσκολα, εκείνες τις μαύρες στιγμές της πρόσφατης ιστορίας, όταν οι άνθρωποι αποθηριωμένοι, «λαίμαργοι για βία» που λέει ο Steiner, μετέτρεπαν ακόμα και τους ναούς και τα τεμένη σε τάφους των απελπισμένων αμάχων.

Όλη αυτή η απόπειρα επικοινωνίας έχει και μια λυτρωτική σημασία. Διερευνώντας τις ενοχές του εθνικισμού και του κράτους, οι λαοί απαλλάσσονται από το βάρος της ταύτισης με απρόσωπες δολοφονικές εξουσίες, αναζητώντας παράλληλα τους δικούς τους ακηδεμόνευτους κώδικες επικοινωνίας.

* Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι ιστορικός. Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στα τουρκικά, στην αριστερή εφημερίδα Newroz της Κωσταντινούπολης, στις 3 Noεμβρίου 2010, αρ. φ. 151. Για λόγους χώρου, ορισμένα γνωστά στο ελληνικό κοινό στοιχεία έχουν παραληφθεί.


Πηγή: Ο πίνακας αυτός συντάχθηκε με βάση τα στοιχεία ανέκδοτης μελέτης του εκπαιδευτικού Γιώργου Αντωνιάδη. Η μελέτη συντάχθηκε μετά από επιτόπιες έρευνες και συνεντεύξεις των επιζώντων. Ο ίδιος ο Αντωνιάδης γεννήθηκε στο χωριό Καράπουναρ της Σαμψούντας. Βλ. και Γιώργος Κιούσης, «Τι αποκαλύπτουν τα ευρήματα στη Σαμψούντα. Το δικό μας ολοκαύτωμα», Ελευθεροτυπία, 26 Ιουλίου 2010, σελ. 15.

Πηγή: Η Αυγή