Μέσα από τα ποιήματα του Βασίλη Ταρνανίδη στο «Ψης δάκρυα κ’ άνθια» - Παρουσίαση του βιβλίου στην Κομοτηνή, στο πλαίσιο των Ελευθερίων.
Η ποιητική συλλογή «Ψης δάκρυα κ’ άνθια», με ποιήματα γραμμένα στην ποντιακή διαλεκτό από έναν παλιό γνώριμο στην πόλη μας, τον διατελέσαντα πρόεδρο στο Ίδρυμα Αποκατάστασης Παλλινοστούντων, κ. Βασίλη Ταρνανίδη, παρουσιάστηκε την Παρασκευή 10 Μαΐου 2013 στο κοινό της Κομοτηνής, ενταγμένη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των Ελευθερίων. Ο κ. Ταρνανίδης είχε την ευκαιρία να επιστρέψει σε μια πόλη που αγάπησε ιδιαίτερα και απέκτησε καλούς φίλους, παρότι η παραμονή του εδώ ήταν ολιγόμηνη. Ένα από τα πρόσωπα, με τα οποία απέκτησε ισχυρούς δεσμούς φιλίας, ήταν ο αντιδήμαρχος Κομοτηνής, κ. Βασίλης Κυπριανίδης, ο οποίος εισηγήθηκε και τη συμμετοχή του στα φετινά Ελευθέρια. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν για πρώτη φορά πριν από 20 χρόνια περίπου, συνεργαζόμενοι στην αποκατάσταση των παλλινοστούντων ομογενών που έφτασαν στην περιοχή μας. Έκτοτε η φιλία τους άντεξε στο χρόνο και ισχυροποιήθηκε.
Βασίλης Κυπριανίδης «Ο Βασίλης Ταρνανίδης είναι ένας άνθρωπος που, όπου ζει και λειτουργεί, ριζώνει»
Στη σχέση αυτή αλλά και στον άνθρωπο Βασίλη Ταρνανίδη επικέντρωσε το λόγο του ο αντιδήμαρχος Κομοτηνής, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε στην έναρξη της προχθεσινής εκδήλωσης. Μεταξύ άλλων έκανε λόγο για έναν άνθρωπο με αστείρευτο ταλέντο στο γράψιμο και με πάρα πολλές γνώσεις για την ιστορία του Πόντου, ενώ υπογράμμισε ότι «είναι ένας βαθύτατα φιλοσοφημένος άνθρωπος, ένας άνθρωπος που, όπου ζει και λειτουργεί, ριζώνει». «Και μάλιστα οι ρίζες του απλώνονται», επισήμανε ο κ. Κυπριανίδης, «και ανταμώνουν πάντα με την ιστορία και τον πολιτισμό. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα ξεχωριστό χάρισμα, που έχω δει σε αυτόν τον άνθρωπο».
Βασίλης Ταρνανίδης «Γαλουχήθηκα με αυτόν τον πόνο, τον αναστεναγμό και είναι πολύ φυσικό να κατέλειπε στην ψυχή μου κάτι από αυτό το πράγμα»
Από την πλευρά του ο κ. Ταρνανίδης, αφού ανταπέδωσε τις φιλοφρονήσεις και ευχαρίστησε τους διοργανωτές για την πρόσκληση, μίλησε για τα κίνητρα και τα ερεθίσματα, από τα οποία οδηγήθηκε να συγγράψει το βιβλίο «Ψης δάκρυα κ’ άνθια». Επρόκειτο, όπως εξήγησε, για τις αναμνήσεις των γονέων του για τη γενοκτονία του Πόντου και τα υπόλοιπα δεινά που πέρασε η γενιά τους, αναμνήσεις που ο ίδιος τις βίωσε εξαιρετικά έντονα. «Γαλουχήθηκα με αυτόν τον πόνο, τον αναστεναγμό», σημείωσε χαρακτηριστικά, «και είναι πολύ φυσικό να κατέλειπε στην ψυχή μου κάτι από αυτό το πράγμα». Παρ’ όλες, πάντως, τις θλιβερές αναμνήσεις που κουβαλάει στην ψυχή του, ο ίδιος επιμένει να αντικρίζει με αισιοδοξία το μέλλον, στέλνοντας το μήνυμα ότι «πρέπει να στεκόμαστε όρθιοι».
«Περισσότερο έγραψα για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε το ιδίωμα, τη διάλεκτο»
Πάντως, στόχος του συγγραφέα, πέρα από το να μεταφέρει στο αναγνωστικό του κοινό αυτές τις αναμνήσεις από την ιστορία του ποντιακού ελληνισμού, ήταν κυρίως να συμβάλλει στη διατήρηση της ποντιακής διαλέκτου και στη μεταλαμπάδευσή της στους νεότερους. «Περισσότερο έγραψα για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε το ιδίωμα, τη διάλεκτο», υπογράμμισε, παρατηρώντας ότι σήμερα η νέα γενιά είναι λίγο μπερδεμένη σε αυτόν τομέα, για το λόγο ότι, όπως εκτίμησε, πλέον υπάρχουν αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες καταγραφές και παρεμβάσεις στην ποντιακή διάλεκτο. «Για παράδειγμα», ανέφερε, «ακούς παροξύτονα και παράξενα πράγματα, που δεν είναι δικά μας».
Σχόλιο για την κατάργηση των συντάξεων των υπερήλικων ομογενών «Είναι βάναυση αυτή η αντιμετώπιση, είναι εγκατάλειψη στην κυριολεξία»
Ως άνθρωπος, που έχει δουλέψει πάνω στο θέμα της αποκατάστασης των παλλινοστούντων ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, δε θα μπορούσε να μην έχει άποψη για την πρόσφατη κατάργηση των συντάξεων των υπερήλικων ομογενών, η οποία προκαλεί έντονα προβλήματα σε εκατοντάδες οικογένειες παλιννοστούντων. Ο κ. Ταρνανίδης χαρακτήρισε βάναυση αυτήν την αντιμετώπιση των υπερήλικων ομογενών από το ελληνικό κράτος, ενώ επί τη αφορμή ανέλυσε και ένα ενδιαφέρον σκεπτικό, αναφορικά με τον τρόπο ένταξης που θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει το τελευταίο κατά την έλευσή τους, δυο δεκαετίες πριν.
«Είναι βάναυση αυτή η αντιμετώπιση», τόνισε, «είναι εγκατάλειψη στην κυριολεξία». «Τους ανθρώπους υποτίθεται ότι τους φέραμε εδώ για να τους εντάξουμε», συνέχισε, «αλλά, βέβαια, ανοίγουμε ένα μεγάλο κεφάλαιο. Κάποτε είχα καταθέσει δικές μου προτάσεις στο υπουργείο και έλεγα στον αρμόδιο υπουργό ότι δεν είναι σωστός ο τρόπος ένταξης των παλλινοστούντων. Δε θα πρέπει να τους εντάξουμε και να τους αφήσουμε με τη σφραγίδα στο μέτωπο «παλιννοστήσας». Θα πρέπει να τον εντάξουμε, ώστε-αυτός να το θυμάται-αλλά ο κόσμος να μην ξέρει, να μη λέει αυτός είναι ο «Ρωσοπόντιος». Αν δίναμε ίσα δικαιώματα, όταν ήρθαν, με τους δικούς μας, θα κάναμε μία υπέρβαση. Φάνηκε ότι σε αυτούς δώσαμε, ενώ στους γηγενείς δε δώσαμε. Διότι υποτίθεται ότι οι γηγενείς είχαν. Ενώ πολλοί από τους γηγενείς βρίσκονταν σε χειρότερη μοίρα από τους παλιννοστήσαντες. Αν όμως δε δίναμε αυτόν τον χαρακτήρα, θα τους λέγαμε ότι πλέον είσαστε πόντιοι, Έλληνες πολίτες, πάρτε το πρώτο βοήθημα και όσο μπορούμε θα σας σεβόμαστε. Αλλά τώρα γίνεται το αντίστροφο. Τώρα τους εγκαταλείπουμε, που είναι ό,τι χειρότερο».
Πηγή: Παρατηρητής της Θράκης