Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

Το 10ο Διεθνές Συνέδριο της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες


του Θεοδόση Κυριακίδη

Στις 19 με 22 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε το συνέδριο της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες (International Association of Genocide Scholars, IAGS) με τον γενικό τίτλο: “The Aftermath of Genocide: Victims and Perpetrators, Representations and Interpretations”. (Το επακόλουθο της Γενοκτονίας: θύματα και θύτες, απεικόνιση και ερμηνεία). Στο συγκεκριμένο συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στο ιστορικό πανεπιστήμιο της Σιένας στην Τοσκάνη, έλαβαν μέρος περίπου 250 ειδικοί επιστήμονες ενώ παρουσιάστηκαν περίπου 200 εργασίες. Όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα διεθνή συνέδρια των επιστημονικών εταιριών, υπήρχαν κεντρικές ομιλίες από διακεκριμένους ομιλητές (keynote speakers) και στη συνέχεια παράλληλες συνεδρίες χωρισμένες σε θεματικές ενότητες.

Στη σύντομη παρουσίαση του εξαιρετικού αυτού συνεδρίου θα σταθούμε σε μερικές μόνο σημαντικές στιγμές, αλλά και σ’ εκείνα που μας κίνησαν το ενδιαφέρον. Άλλωστε ήταν αδύνατον για τους συνέδρους να παρακολουθήσουν ολόκληρο το συνέδριο, καθώς υπήρχαν πολλές (συνήθως πέντε) παράλληλες συνεδρίες.

Αρχικά εξαιρετική ήταν η κεντρική εισήγηση του Jay Winter από το πανεπιστήμιο του Yale, o οποίος μίλησε με θέμα: The Face of Genocide (Το πρόσωπο της Γενοκτονίας). Μεταξύ άλλων ανέφερε πως με την τεχνολογική επανάσταση των τελευταίων ετών υπάρχει μια έκρηξη στη μνήμη, στην διατήρηση και στη διαχείριση της (the memory boom), κάτι που παλιότερα βρισκόταν σε πρωτόγονο στάδιο. Από την άλλη μεριά όμως, η βιομηχανοποίηση του πολέμου μετέτρεψε το θάνατο από μια πράξη φόνου, σε μια πράξη ολοκληρωτικής εξαφάνισης. Το συνδύασε μάλιστα με τη σπουδαιότητα της γνώσης των ονομάτων των θυμάτων και με την ανάγκη να υπάρχει ένα μνήμα, στο οποίο πρέπει να τους αποδίδονται οι πρέπουσες τιμές. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ενταφιάστηκε ποτέ με συνέπεια να μην υπάρχει ένας τόπος μνήμης για όλα εκείνα τα θύματα.

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο υπήρξε η στρογγυλή τράπεζα που οργανώθηκε, στην οποία συζητήθηκαν οι τελευταίες εξελίξεις στην ιστοριογραφία των γενοκτονικών σπουδών. Μεταξύ άλλων ο Philip Spencer από το πανεπιστήμιο του Kingston έκανε λόγο για τις νέες προκλήσεις, τις νέες εξελίξεις στον κλάδο και στα προβλήματα που υπάρχουν, ενώ τέλος σημείωσε ότι οι επιστήμονες επηρεάζουν τις κοινωνίες με τις αποφάσεις τους, ακριβώς όπως επηρεάζει και η Γενοκτονία τις κοινωνίες κατά την επακόλουθη περίοδο. Ο Andrea Graziosi σημείωσε ότι η Γενοκτονία δεν είναι μια ιστορική κατηγορία, αλλά μια νομική και ως εκ τούτου, αν κάποιο γεγονός χαρακτηριστεί ως γενοκτονία υπάρχουν, ή θα πρέπει να υπάρχουν, σοβαρές νομικές συνέπειες. Από την άλλη πλευρά ανέφερε ότι κατά την ιστορική έρευνα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο η νομική  κατηγορία ως η μοναδική. Βεβαίως και είναι σημαντική αλλά χρειάζεται ευρύτερη προοπτική και περισσότερες κατηγορίες, καθώς υπάρχουν πολλές και ποικίλες υποθέσεις γενοκτονίας. Ο Daniel Feinstein σημείωσε με τη σειρά του τις νέες εξελίξεις στην ιστοριογραφία των Γενοκτονικών σπουδών. Σημείωσε πως στην πρώτη γενιά των γενοκτονολόγων, τη δεκαετία του ’70 και του ’80 κυριαρχούσε η ιδέα ότι υπάρχουν δυο αντίπαλες ομάδες, μεταξύ των οποίων κυριαρχεί το μίσος και η μια καταστρέφει και εξοντώνει την άλλη. Η δεύτερη ομάδα, της δεύτερης γενιάς, ακολουθούσε την νομική προσέγγιση προσπαθώντας να καταλάβει από νομικής πλευράς τι είναι γενοκτονία. Η τρίτη ομάδα που χρησιμοποιεί μια μετα-αποικιοκρατική προσέγγιση προσπαθεί να κατανοήσει το ρόλο του εθνικισμού στη διαδικασία της γενοκτονίας και τα κίνητρα για τη διάπραξη της. Πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία παρουσίασαν στην ίδια συζήτηση και ο Dirk Moses με τον Simon Levis Sullam. Μεταξύ άλλων δυσκολιών που σημειώθηκαν για την ανάπτυξη του κλάδου είναι και το γεγονός της δυσκολίας που υπάρχει να βρει κάποιος γενοκτονολόγος (κάποιος δηλαδή που αποφοιτά από μεταπτυχιακό πρόγραμμα γενοκτονικών σπουδών) θέση εργασίας στο πανεπιστήμιο. Παρ’ όλο που στα πανεπιστήμια γίνεται λόγος για διατμηματικότητα, το κάθε τμήμα είναι εξαιρετικά ισχυρό και δεν επιθυμεί να μοιραστεί έδρες και χρήματα σ’ ένα διατμηματικό πρόγραμμα σπουδών.

Το συγκεκριμένο επιστητό, ως νέο, εξελίσσεται συνεχώς. Όπως είναι γνωστό από σχετικές περιπτώσεις, οι γενοκτονίες δεν συμβαίνουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Υπάρχει συνήθως μια περίοδος προετοιμασίας. Ο Gregory Stanton προσπάθησε μ’ ένα πρώτο ερμηνευτικό σχήμα, να εξηγήσει όλη αυτήν τη διαδικασία. Οπωσδήποτε η θεωρία του Stanton δεν είναι απόλυτη και μεταξύ των ειδικών υπάρχει συζήτηση για τα προβλήματα που υπάρχουν σ’ αυτήν, ωστόσο παραμένει ένα ιδιαίτερο χρήσιμο εργαλείο. Άλλωστε, ο ίδιος ο Stanton σημείωσε στο συνέδριο, πως όταν ανέπτυξε τη θεωρία των 8 σταδίων δεν είχε σκοπό να είναι το απόλυτο μέτρο για την πρόληψη των γενοκτονιών. Μάλιστα ο ίδιος έχει επεκτείνει τη θεωρία του προσθέτοντας ακόμη δυο στάδια, και σκοπεύει στο επόμενο διάστημα να προχωρήσει σε σχετική δημοσίευση.

Από την άλλη πλευρά η πάντα εξαιρετική Joyce Apsel σημείωσε μερικά νέα στοιχεία που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στις μελέτες των γενοκτονιών. Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι οι ιστορικοί επιστήμονες που μελετούν αρχειακό υλικό, προκειμένου ν’ ανακαλύψουν την πρόθεση μιας κυβέρνησης για την διάπραξη της γενοκτονίας, κινδυνεύουν να παραβλέψουν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία και να χάσουν την ουσία. Αναφέροντας το παράδειγμα της Αρμένικης περίπτωσης υπογράμμισε ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει αυστηρός περιορισμός, όταν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία συνηγορούν για την πρόθεση και τον σκοπό για την διάπραξη γενοκτονίας. Με άλλα λόγια ανέφερε ότι ακόμη και αν δεν βρεθεί στα αρχεία κεντρική οδηγία και εντολή για τη διάπραξη μιας γενοκτονίας, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει, όταν μάλιστα όλα τα άλλα στοιχεία συγκροτούν την συγκεκριμένη κατηγορία του εγκλήματος.

Μεταξύ άλλων στο συγκεκριμένο συνέδριο, όπου είχαμε την ευκαιρία να δούμε παλιούς καθηγητές, φίλους και συνεργάτες, υπήρξαμε μάρτυρες μιας συγκινητικής στιγμής για την ιστορία της Ένωσης. Για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκε ένα βραβείο για όσους προωθούν τους σκοπούς της Ένωσης και γενικότερα προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες στις γενοκτονικές σπουδές ευρύτερα. Το πρώτο φετινό βραβείο αποδόθηκε στον Gregory Stanton, όχι μόνο για το σπουδαίο έργο του στις γενοκτονικές σπουδές, αλλά και για την όλη του εργασία και προσφορά στην Ένωση. Επιπλέον, υπήρξε αλλαγή στη διοίκηση της Ένωσης μετά τις εκλογές που είχαν προηγηθεί και την προεδρία της ανέλαβε ο Daniel Feinstein, παραλαμβάνοντας από τον απερχόμενο πρόεδρο Alex Hinton.

Για να εστιάσουμε τώρα στη Οθωμανική Γενοκτονία, αξίζει ν’ αναφερθούμε στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Taner Akcam . Πολλά σημαντικά και ενδιαφέροντα ειπώθηκαν στην συγκεκριμένη παρουσίαση και κυρίως ο προβληματισμός του ίδιου του Ακτσάμ σχετικά με την γενοκτονία που διαπράχθηκε από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Ο Akcam εξέφρασε ουσιαστικά την πεποίθηση ότι θα πρέπει να δούμε τη γενοκτονία που διαπράχθηκε, όχι ως ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ως μια διαδικασία μέσα στο χρόνο. Πρότεινε δηλαδή να ερευνηθούν οι συσχετισμοί καθώς και οι συνέχειες μέσα στο χρόνο σε σχέση με όλη τη διαδικασία εξολόθρευσης των χριστιανικών πληθυσμών. Εκτός του ότι συνέδεσε τις τρεις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών (Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων) ανέφερε ότι ίσως θα πρέπει να υπολογίζουμε τη Γενοκτονία ξεκινώντας από τις χαμιτικές σφαγές του 1894-6. Το ίδιο με άλλα λόγια υποστηρίζει και η Tessa Hoffman στο νέο βιβλίο που εκδόθηκε για την ελληνική περίπτωση και η οποία κάνει λόγο για συσσωρευτική γενοκτονία . Κάτι που αναφέρθηκε και σ’ άλλη περίπτωση γενοκτονίας κατά τη διάρκεια του συνεδρίου ήταν το γεγονός ότι, οι γενοκτονίες δεν είναι πάντα οργανωμένες από πριν με κάποιο κεντρικό σχέδιο. Συμβαίνει η βία να ξεκινά χωρίς κάποιο σχεδιασμό και να περιορίζεται σε τοπικό επίπεδο. Προχωρώντας όμως οι θύτες με τη βία και τις σφαγές και αφού συνειδητοποιούν ότι έχουν τη δυνατότητα, ν’ αποφασίζουν στην πορεία την τελική λύση και τη διάπραξη της γενοκτονίας.

Για έρθουμε στα δικά μας, για κάποιον που παρακολουθεί τη συζήτηση που πραγματοποιείται στη δημόσια σφαίρα για το ζήτημα της Γενοκτονίας, θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει πως βρίσκεται ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Νομίζω ότι παραβιάζουμε ανοικτές θύρες, αν σημειώσουμε, πως σκοπός του ιστορικού, η καλύτερα του επιστήμονα γενικότερα, είναι και θα πρέπει να είναι η αναζήτηση της αλήθειας. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα με δημόσιες τοποθετήσεις ιστορικών και με κείμενα ή συνεντεύξεις, νομίζω ότι περισσότερο θολώνουν τα νερά και λειτουργούν αποπροσανατολιστικά, παρά βοηθούν στο να εδραιωθεί μια επιστημονική συζήτηση για το τεράστιο ζήτημα της Γενοκτονίας. Αν συγκρίνει κανείς από τη μια την επιστημονική μεθοδολογία, τους προβληματισμούς και τις νέες εξελίξεις στο συγκεκριμένο κλάδο και από την άλλη τη συζήτηση στη δημόσια σφαίρα, θα καταλάβει ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα. Εκείνο που έχουμε ανάγκη στην Ελλάδα δεν είναι αμφιλεγόμενες τοποθετήσεις ιστορικών μη ειδικών με το ζήτημα, σύμφωνα και με ομολογία των ίδιων. Ο έγκριτος επιστήμονας προτιμά να σιωπά σε θέματα στα οποία δεν έχει εξειδικευτεί και όχι να παρουσιάζεται και μάλιστα δημόσια ως η μόνη και ατράνταχτη αλήθεια. Άλλωστε το ζήτημα της Γενοκτονίας δεν είναι μόνο ιστορικό, αλλά διαθεματικό και διάφορες επιστήμες θα πρέπει να κληθούν να συνεισφέρουν στην συγκεκριμένη προβληματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο συνέδριο οι ιστορικοί κατηγορούσαν τους κοινωνιολόγους και τους ανθρωπολόγους για τη κυριαρχία της ειδικότητας τους στο επιστημονικό αυτό πεδίο, ενώ εκείνοι με τη σειρά τους κατηγορούσαν τους ιστορικούς, ότι εμμένουν προσκολλημένοι μόνο στα ιστορικά δεδομένα, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους άλλες πτυχές της γενοκτονολογικής μεθοδολογίας.

Εδώ θα άξιζε ίσως να σημειώσουμε και το ζήτημα της ποινικοποίησης της άρνησης, που ευκαίρως – ακαίρως παρουσιάζεται από κάποιους στην Ελλάδα. Καταρχήν θα πρέπει να γίνει μια διάκριση στο τι εννοούμε με τον όρο άρνηση, από ποιον προέρχεται και με ποια ποιοτικά χαρακτηριστικά. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορώ να δεχτώ την ποινικοποίηση της άποψης ενός επαγγελματία ιστορικού, ο οποίος δουλεύοντας επιστημονικά καταλήγει σε διαφορετικά συμπεράσματα. Κάτι τέτοιο θα καταργούσε την ίδια την έννοια της επιστήμης, ενώ όπως πολλοί επιστήμονες, που διάκεινται αρνητικά στην ποινικοποίηση της άρνησης σημειώνουν, μ’ αυτήν την πρακτική θ’ ακολουθούνταν η ίδια δογματική νοοτροπία του θύτη. Μια άρνηση όμως που προέρχεται από μια ρατσιστική ιδεολογία ή ομάδα, είναι κάτι άλλο από μια διαφορετική επιστημονική προσέγγιση και πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί διαφορετικά. Το ίδιο αν η άρνηση συνοδεύεται και με μια επίθεση σ’ έναν μνημονικό τόπο, σ’ ένα άγαλμα για τη γενοκτονία κλπ, επίσης συνιστά πράξη που θα πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί κατά περίπτωση και φυσικά να τιμωρηθεί.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σημειώσω τη λύπη μου για το γεγονός ότι για την ελληνική περίπτωση υπήρχε μόνο μια συμμετοχή, καθώς μια δεύτερη που είχε συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα δεν πραγματοποιήθηκε τελικά. Οφείλω να ευχαριστήσω τα διοικητικά συμβούλια των Ομοσπονδιών των Ποντίων στην Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία για τις ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες και φωτογραφίες που μου έστειλαν προς χρήση στο συγκεκριμένο συνέδριο. Επίσης επιθυμώ να ευχαριστήσω το Ερευνητικό Κέντρο του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, το οποίο διέθεσε δωρεάν 40 αντίγραφα του ντοκιμαντέρ «Τα Χνάρια των Αργοναυτών», με υποτιτλισμό στα αγγλικά και στα γερμανικά, τα οποία και διατέθηκαν στους καθηγητές και τους συνέδρους που ασχολούνται με την Οθωμανική Γενοκτονία.

Το επόμενο συνέδριο του 2014 θα πραγματοποιηθεί στον Καναδά, ενώ εκείνο του 2015 θα πραγματοποιηθεί στην Αρμενία σφραγίζοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την εκατονταετηρίδα της Γενοκτονίας των Αρμενίων (24 Απριλίου 1915).