Λαμπαδηφορία και κατάθεση στεφάνων στις εκδηλώσεις για την Ημερά Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου στη Σύρο |
Με αφορμή τη συμπλήρωση 95 χρόνων από την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου από του Νεότουρκους του Κεμάλ Ατατούρκ, το περασμένο Σάββατο και Κυριακή 10 & 11 Μαΐου αντίστοιχα, υλοποιήθηκαν στην Ερμούπολη οι εκδηλώσεις Μνήμης που διοργάνωσε ο Σύλλογος Ποντίων και Βορειοελλαδιτών Σύρου. Αξιοσημείωτο ωστόσο είναι το γεγονός ότι πέρα από την παρουσία κάποιων εκπροσώπων των τοπικών αρχών η απουσία του απλού κόσμου για μια ακόμη φορά ήταν πασιφανής.
του Γιώργου Αλβέρτη
Η έναρξη έγινε με την λαμπαδηφορία του Σαββάτου η οποία, με αφετηρία τα γραφεία του εδώ συλλόγου, εν πομπή διέσχισε όλη την παραλία της Ερμούπολης καταλήγοντας στην νέα προβλήτα των κρουαζιερόπλοιων. Εκεί τελέστηκε τρισάγιο υπέρ της ανάπαυσης των ψυχών των σφαγιασθέντων, το πέρας του οποίου ακολούθησε η ρίψη στεφάνου στη θάλασσα.
Την επομένη το πρωί στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου πραγματοποιήθηκε δοξολογία, στην οποία παρέστη και μεγάλος αριθμός δόκιμων αξιωματικών, και εν συνεχεία η μαθήτρια Μαρία – Μαγδαληνή Δαλεζίου εκφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας.
Ακολουθεί το πλήρες κέιμενο της ομιλίας της μαθήτριας:
Εύξεινος Πόντος, ένας ελληνισμός που άνθισε πριν 3.000 χρόνια.
Πόντος σημαίνει θάλασσα. Ήταν μια θάλασσα που περίμενε τους γητευτές της. Κανείς μέχρι τότε δεν είχε καταφέρει να τη δαμάσει. Μια θάλασσα που την αποκαλούσαν με δέος «Άξενο Πόντο». Εκεί κατάφεραν να ταξιδέψουν οι Έλληνες, και στην μυθολογία και στην ιστορία. Τον 8ο π. Χ. αιώνα οι Ίωνες της Μιλήτου ίδρυσαν την πρώτη ελληνική αποικία στον Πόντο που σιγά –σιγά άρχισε να δαμάζεται και από Άξενος, αφιλόξενος, έγινε Εύξεινος, δηλαδή φιλόξενος.
Από το 1100 π.Χ. έως το 1923 μ.Χ., υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα τμήματα του ελληνικού έθνους, στο οποίο ο ελληνισμός της περιοχής αυτής τόσο στα χρόνια της αρχαιότητας και του Μ. Αλεξάνδρου όσο και της ρωμαιοκρατίας και του Βυζαντίου και αυτής της τουρκοκρατίας (1461–1922) δεν έπαυσε να διατηρεί αλώβητη την εθνική του συνείδηση.
του Γιώργου Αλβέρτη
Η έναρξη έγινε με την λαμπαδηφορία του Σαββάτου η οποία, με αφετηρία τα γραφεία του εδώ συλλόγου, εν πομπή διέσχισε όλη την παραλία της Ερμούπολης καταλήγοντας στην νέα προβλήτα των κρουαζιερόπλοιων. Εκεί τελέστηκε τρισάγιο υπέρ της ανάπαυσης των ψυχών των σφαγιασθέντων, το πέρας του οποίου ακολούθησε η ρίψη στεφάνου στη θάλασσα.
Την επομένη το πρωί στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου πραγματοποιήθηκε δοξολογία, στην οποία παρέστη και μεγάλος αριθμός δόκιμων αξιωματικών, και εν συνεχεία η μαθήτρια Μαρία – Μαγδαληνή Δαλεζίου εκφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας.
Ακολουθεί το πλήρες κέιμενο της ομιλίας της μαθήτριας:
Εύξεινος Πόντος, ένας ελληνισμός που άνθισε πριν 3.000 χρόνια.
Πόντος σημαίνει θάλασσα. Ήταν μια θάλασσα που περίμενε τους γητευτές της. Κανείς μέχρι τότε δεν είχε καταφέρει να τη δαμάσει. Μια θάλασσα που την αποκαλούσαν με δέος «Άξενο Πόντο». Εκεί κατάφεραν να ταξιδέψουν οι Έλληνες, και στην μυθολογία και στην ιστορία. Τον 8ο π. Χ. αιώνα οι Ίωνες της Μιλήτου ίδρυσαν την πρώτη ελληνική αποικία στον Πόντο που σιγά –σιγά άρχισε να δαμάζεται και από Άξενος, αφιλόξενος, έγινε Εύξεινος, δηλαδή φιλόξενος.
Από το 1100 π.Χ. έως το 1923 μ.Χ., υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα τμήματα του ελληνικού έθνους, στο οποίο ο ελληνισμός της περιοχής αυτής τόσο στα χρόνια της αρχαιότητας και του Μ. Αλεξάνδρου όσο και της ρωμαιοκρατίας και του Βυζαντίου και αυτής της τουρκοκρατίας (1461–1922) δεν έπαυσε να διατηρεί αλώβητη την εθνική του συνείδηση.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης άρχισε ο αγώνας των Ελλήνων του Πόντου ενάντια στον εκτουρκισμό και στον εξισλαμισμό. Τότε στην ουσία άρχισε η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου με τις διώξεις, τους εξισλαμισμούς και τη φυγή πολλών Ελλήνων στη χριστιανική Ρωσία και στον Καύκασο. Οι συνθήκες για τον ποντιακό Ελληνισμό άρχισαν να βελτιώνονται το 19ο αιώνα μετά την παραχώρηση ειδικών προνομίων.
Έτσι, στις αρχές του 20ου αιώνα κάθε ποντιακό χωριό είχε δική του εκκλησία και δικό του σχολείο. Σύμφωνα με τη στατιστική του Παναρέτου, το 1913 στις επαρχίες των έξι μητροπόλεων του Πόντου κατοικούσαν 697.000 Έλληνες, ενώ το ίδιο διάστημα σύμφωνα με τον Γ. Λαμψίδη, λειτουργούσαν 1890 εκκλησίες με 1.460 περίπου ιερωμένους, 22 μοναστήρια, 1647 παρεκκλήσια και 1401 σχολεία δημοτικά, σχολαρχεία, ημιγυμνάσια και φροντιστήρια με 85.890 μαθητές και 1.235 εκπαιδευτικούς.
Όμως, το 1911 οι Νεότουρκοι είχαν ήδη αποφασίσει τη γενοκτονία του Ποντιακού ελληνισμού: Κατά τα έτη 1914–1923 πραγματοποιήθηκε συστηματική και προμελετημένη εξολόθρευση των χριστιανικών πληθυσμών του Πόντου από τους Νεότουρκους του Κεμάλ. Οι Πόντιοι υπήρξαν θύματα όλων των κατηγοριών που έχουν κριθεί ως πράξεις γενοκτονίας, όπως ξεριζωμούς από την πατρογονική γη, βασανιστήρια, εγκλεισμό σε στρατόπεδα θανάτου, υποχρεωτική στρατολόγηση αντρών από 18 μέχρι 45 ετών, και κάθε λογής θηριωδίες και κακουχίες.
Οι επιζώντες κατέφυγαν στον Άνω Πόντο και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, στην Ελλάδα. Έφεραν μαζί τους τον πολιτισμό τους, διακρίθηκαν στα γράμματα και τις τέχνες και συνεχίζουν να αγωνίζονται για τη διατήρηση της εθνικής τους συνείδησης. Χωρίς να ξεχάσουν το παρελθόν, διατηρώντας ζωντανή την εικόνα της πατρίδας, με την ψυχική δύναμη που τους διακρίνει, κατάφεραν να ριζώσουν στους νέους τόπους αναδεικνύοντας τους με τις γνώσεις τους και την προσφορά τους.
Έτσι, στις αρχές του 20ου αιώνα κάθε ποντιακό χωριό είχε δική του εκκλησία και δικό του σχολείο. Σύμφωνα με τη στατιστική του Παναρέτου, το 1913 στις επαρχίες των έξι μητροπόλεων του Πόντου κατοικούσαν 697.000 Έλληνες, ενώ το ίδιο διάστημα σύμφωνα με τον Γ. Λαμψίδη, λειτουργούσαν 1890 εκκλησίες με 1.460 περίπου ιερωμένους, 22 μοναστήρια, 1647 παρεκκλήσια και 1401 σχολεία δημοτικά, σχολαρχεία, ημιγυμνάσια και φροντιστήρια με 85.890 μαθητές και 1.235 εκπαιδευτικούς.
Όμως, το 1911 οι Νεότουρκοι είχαν ήδη αποφασίσει τη γενοκτονία του Ποντιακού ελληνισμού: Κατά τα έτη 1914–1923 πραγματοποιήθηκε συστηματική και προμελετημένη εξολόθρευση των χριστιανικών πληθυσμών του Πόντου από τους Νεότουρκους του Κεμάλ. Οι Πόντιοι υπήρξαν θύματα όλων των κατηγοριών που έχουν κριθεί ως πράξεις γενοκτονίας, όπως ξεριζωμούς από την πατρογονική γη, βασανιστήρια, εγκλεισμό σε στρατόπεδα θανάτου, υποχρεωτική στρατολόγηση αντρών από 18 μέχρι 45 ετών, και κάθε λογής θηριωδίες και κακουχίες.
Οι επιζώντες κατέφυγαν στον Άνω Πόντο και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, στην Ελλάδα. Έφεραν μαζί τους τον πολιτισμό τους, διακρίθηκαν στα γράμματα και τις τέχνες και συνεχίζουν να αγωνίζονται για τη διατήρηση της εθνικής τους συνείδησης. Χωρίς να ξεχάσουν το παρελθόν, διατηρώντας ζωντανή την εικόνα της πατρίδας, με την ψυχική δύναμη που τους διακρίνει, κατάφεραν να ριζώσουν στους νέους τόπους αναδεικνύοντας τους με τις γνώσεις τους και την προσφορά τους.
Όμως, μετά από 3000 χρόνια ξερίζωσαν από τον Πόντο τους Έλληνες, που από Άξενο τον έκαναν Εύξεινο. Τώρα λέγεται Μαύρη Θάλασσα.
Η 19η Μαΐου αποτελεί Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από το 1994, μετά από απόφαση της Βουλής των Ελλήνων.
Τα πολλαπλά εγκλήματα εις βάρος των Ελλήνων του Πόντου δεν έγιναν από την αρχή ευρέως γνωστά και αποσιωπήθηκαν για πολλά χρόνια, είτε επειδή συνέπεσαν χρονικά με τη Γενοκτονία των Αρμενίων, είτε για πολιτικούς λόγους. Ακόμα και οι Έλληνες, δεν έδωσαν –τότε τουλάχιστον- την απαραίτητη σημασία, διότι πρώτη τους μέριμνα ήταν ο χώρος του ελληνικού κράτους. Έτσι όμως λησμονήθηκε το πιο σημαντικό, ότι δηλαδή ο ελληνισμός εκτεινόταν πέρα από τα σύνορα του ελλαδικού χώρου.
Αν θέλουμε να ζούμε σε μια πραγματικά δίκαιη κοινωνία, πρέπει να κάνουμε τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε η επιθυμία για διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου να μη μένει μόνο στα λόγια, αλλά να περάσει στην πράξη. Όπως λέγεται συχνά, η δικαιοσύνη είναι τυφλή, αλλά σε αυτή την περίπτωση από τα μάτια της δε θα έτρεχαν δάκρυα, αλλά αίμα. Το αίμα όλων εκείνων που χάθηκαν άδικα στον Πόντο -πολλοί από τους οποίους έμειναν άταφοι- και εκείνων που πήραν το δρόμο της προσφυγιάς.
Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων από όλες τις χώρες του κόσμου είναι ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα στις μέρες μας. Διότι οι λαοί δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να κλείνουν τα μάτια στις συμφορές των άλλων επειδή δε συμβαίνουν δίπλα τους. Αντίθετα, είναι ανάγκη να μαθαίνουν από την ιστορία άλλων χωρών και λαών, αφού οτιδήποτε συμβαίνει στον έναν μπορεί να συμβεί στον καθένα. Οι Γενοκτονίες δεν αποτελούν γεγονότα του παρελθόντος που δεν αφορούν την σημερινή πραγματικότητα. Εξακολουθούν να συμβαίνουν, πολλές φορές χωρίς να γίνεται ευρέως γνωστό και παρά τη διεθνή κατακραυγή.
Οι τουρκικές κυβερνήσεις συνεχίζουν να μην παραδέχονται ότι υπήρξε γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Εντούτοις, αντίθετα με ό,τι νομίζουν, αυτή η άρνηση, λειτουργεί και σε βάρος τους. Η Τουρκία θα έπρεπε να ακολουθήσει το παράδειγμα ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες παραδέχτηκαν γενοκτονίες που διέπραξαν στο παρελθόν. Να αναλάβει τις ευθύνες της, να ζητήσει συγγνώμη και να εγγυηθεί ότι δε θα επαναληφθούν τέτοιες φρικαλέες ενέργειες. Με την τωρινή στάση της, όχι μόνο δεν δικαιώνονται αυτοί που χάθηκαν, αλλά και οι νέες τουρκικές γενιές κουβαλούν το βάρος ενός αιματοβαμμένου παρελθόντος.
Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου θα μπορούσε να διδάξει, και να αποτρέψει παρόμοια γεγονότα στο παρόν και στο μέλλον σε όλο τον πλανήτη. Διότι οι λαοί δε θα πρέπει ποτέ να εφησυχάζονται. Ο λαός που ξεχνάει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Γι’ αυτό άλλωστε και κάθε λαός που έχει υποστεί τέτοια αδικήματα σε βάρος του, δικαιούται όχι μόνο να ζητάει, αλλά να απαιτεί την επίσημη διεθνή αναγνώρισή τους. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μας έχει διδάξει η ιστορία, είναι ότι αυτή επαναλαμβάνεται. Άρα η μόνη άμυνα είναι η γνώση.
95 χρόνια μετά, η 19η Μαΐου αποτελεί πραγματικά μέρα μνήμης και αγώνα για να επέλθει η δικαίωση. Δεν πρέπει να αφήσουμε τα γεγονότα να περάσουν στη λήθη, δίνοντας έτσι σε όσους χάθηκαν ένα δεύτερο θάνατο, αντί για την αναγνώριση και τον φόρο τιμής που αξίζουν για να αναπαυθούν εν ειρήνη.
Ακολούθως τελέστηκε επιμνημόσυνη δέση στο εθνικό ηρώο (έμπροσθεν του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου) και κατάθεση στεφάνων από φορείς του τόπου, ενώ η φιλαρμονική του δήμου παιάνιζε τον εθνικό ύμνο.
Η 19η Μαΐου αποτελεί Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από το 1994, μετά από απόφαση της Βουλής των Ελλήνων.
Τα πολλαπλά εγκλήματα εις βάρος των Ελλήνων του Πόντου δεν έγιναν από την αρχή ευρέως γνωστά και αποσιωπήθηκαν για πολλά χρόνια, είτε επειδή συνέπεσαν χρονικά με τη Γενοκτονία των Αρμενίων, είτε για πολιτικούς λόγους. Ακόμα και οι Έλληνες, δεν έδωσαν –τότε τουλάχιστον- την απαραίτητη σημασία, διότι πρώτη τους μέριμνα ήταν ο χώρος του ελληνικού κράτους. Έτσι όμως λησμονήθηκε το πιο σημαντικό, ότι δηλαδή ο ελληνισμός εκτεινόταν πέρα από τα σύνορα του ελλαδικού χώρου.
Αν θέλουμε να ζούμε σε μια πραγματικά δίκαιη κοινωνία, πρέπει να κάνουμε τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε η επιθυμία για διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου να μη μένει μόνο στα λόγια, αλλά να περάσει στην πράξη. Όπως λέγεται συχνά, η δικαιοσύνη είναι τυφλή, αλλά σε αυτή την περίπτωση από τα μάτια της δε θα έτρεχαν δάκρυα, αλλά αίμα. Το αίμα όλων εκείνων που χάθηκαν άδικα στον Πόντο -πολλοί από τους οποίους έμειναν άταφοι- και εκείνων που πήραν το δρόμο της προσφυγιάς.
Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων από όλες τις χώρες του κόσμου είναι ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα στις μέρες μας. Διότι οι λαοί δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να κλείνουν τα μάτια στις συμφορές των άλλων επειδή δε συμβαίνουν δίπλα τους. Αντίθετα, είναι ανάγκη να μαθαίνουν από την ιστορία άλλων χωρών και λαών, αφού οτιδήποτε συμβαίνει στον έναν μπορεί να συμβεί στον καθένα. Οι Γενοκτονίες δεν αποτελούν γεγονότα του παρελθόντος που δεν αφορούν την σημερινή πραγματικότητα. Εξακολουθούν να συμβαίνουν, πολλές φορές χωρίς να γίνεται ευρέως γνωστό και παρά τη διεθνή κατακραυγή.
Οι τουρκικές κυβερνήσεις συνεχίζουν να μην παραδέχονται ότι υπήρξε γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Εντούτοις, αντίθετα με ό,τι νομίζουν, αυτή η άρνηση, λειτουργεί και σε βάρος τους. Η Τουρκία θα έπρεπε να ακολουθήσει το παράδειγμα ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες παραδέχτηκαν γενοκτονίες που διέπραξαν στο παρελθόν. Να αναλάβει τις ευθύνες της, να ζητήσει συγγνώμη και να εγγυηθεί ότι δε θα επαναληφθούν τέτοιες φρικαλέες ενέργειες. Με την τωρινή στάση της, όχι μόνο δεν δικαιώνονται αυτοί που χάθηκαν, αλλά και οι νέες τουρκικές γενιές κουβαλούν το βάρος ενός αιματοβαμμένου παρελθόντος.
Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου θα μπορούσε να διδάξει, και να αποτρέψει παρόμοια γεγονότα στο παρόν και στο μέλλον σε όλο τον πλανήτη. Διότι οι λαοί δε θα πρέπει ποτέ να εφησυχάζονται. Ο λαός που ξεχνάει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Γι’ αυτό άλλωστε και κάθε λαός που έχει υποστεί τέτοια αδικήματα σε βάρος του, δικαιούται όχι μόνο να ζητάει, αλλά να απαιτεί την επίσημη διεθνή αναγνώρισή τους. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μας έχει διδάξει η ιστορία, είναι ότι αυτή επαναλαμβάνεται. Άρα η μόνη άμυνα είναι η γνώση.
95 χρόνια μετά, η 19η Μαΐου αποτελεί πραγματικά μέρα μνήμης και αγώνα για να επέλθει η δικαίωση. Δεν πρέπει να αφήσουμε τα γεγονότα να περάσουν στη λήθη, δίνοντας έτσι σε όσους χάθηκαν ένα δεύτερο θάνατο, αντί για την αναγνώριση και τον φόρο τιμής που αξίζουν για να αναπαυθούν εν ειρήνη.
Ακολούθως τελέστηκε επιμνημόσυνη δέση στο εθνικό ηρώο (έμπροσθεν του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου) και κατάθεση στεφάνων από φορείς του τόπου, ενώ η φιλαρμονική του δήμου παιάνιζε τον εθνικό ύμνο.
Πηγή: Λογότυπος