Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας τα οποία παραμένουν ατιμώρητα |
Γράφει ο Θεοδόσης Κυριακίδης
Δρ Νεότερης Ιστορίας
Υπεύθυνος Ερ. Κέντρου Αγ. Γεωργίου Περιστερεώτα.
Η γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής (Μικρασιατών, Ανατολικοθρακιωτών και Ποντίων), είναι ένα από τα μεγάλα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας τα οποία παραμένουν ατιμώρητα. Ένα σημαντικό τμήμα ενός έθνους που ζούσε στα εδάφη του οθωμανικού κράτους εξολοθρεύτηκε με συστηματικό τρόπο. Οι Έλληνες που επέζησαν, εκτοπίσθηκαν μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες, χιλιάδες άλλοι εξισλαμίσθηκαν και παρέμειναν στην Τουρκία, ενώ τα υπολείμματα της μαζικής δολοφονίας έγιναν πρόσφυγες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Είναι γεγονός ότι μετά τη βίαιη εκδίωξη του Ελληνισμού της Ανατολής και την έλευση των υπολειμμάτων αυτού του ιδιαίτερου και πλούσιου πολιτισμικά κομματιού του ελληνικού έθνους στον ελλαδικό χώρο, το ζήτημα της Γενοκτονίας του, έμεινε στο περιθώριο. Η πρώτη περίοδος της προσφυγιάς και οι τεράστιες δυσκολίες που υπήρξαν, μαζί με την πολιτική της ελληνοτουρκικής φιλίας και της λήθης που ακολουθήθηκε δεν επέτρεψαν να αναδειχθεί τόσο ο πολιτισμός, όσο και η ιστορική του διαδρομή.
Έτσι η επιλογή της Ελλάδας για εμπέδωση νέων φιλικών σχέσεων με την κεμαλική εθνικιστική Τουρκία μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, δημιούργησε ένα πολιτικό πλαίσιο που δεν ευνοούσε τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης. Εγκαινιάστηκε μια πολιτική που αποσκοπούσε στην πλήρη αποκοπή της νεοελληνικής συνείδησης από τη μνήμη του ελληνικού πολιτισμού της Ανατολής και κυρίως των εθνικών εκκαθαρίσεων της Τουρκίας και της ίδιας της Γενοκτονίας. Συνέπεια αυτού του κλίματος ήταν να προτείνει ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1930 το σφαγέα του μικρασιατικού και ποντιακού ελληνισμού, Μουσταφά Κεμάλ, για το Νομπέλ Ειρήνης.
Η ελληνική αυτή στάση πέρα της ιστορικής αστοχίας και αδικίας ξεχνούσε έναν σημαντικό παράγοντα της πολιτικής και διπλωματικής τακτικής. Τον παράγοντα της αμοιβαιότητας. Η μετριοπαθής ή και ηττοπαθής στάση της Ελλάδας, στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής προσέγγισης και φιλίας, δεν υπογράμμισε τον σημαντικό αυτό παράγοντα της αμοιβαιότητας και έτσι όσο η ελληνική πλευρά μονόπλευρα προσπαθούσε να προσεγγίσει την Τουρκία, εκείνη με τη σειρά της προχώρησε στα «Σεπτεμβριανά», στην συστηματική τρομοκράτηση του ελάχιστου πληθυσμού που είχε απομείνει στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, στο Varlig vergisi, τον ληστρικό αυτό φόρο με τον οποίο κατέκλεψε τις περιουσίες των ομογενών, στην εισβολή στην Κύπρο, στην κατάφορη παραβίαση των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και σε πλείστα όσα, ων ουκ έστι αριθμός.
Ιστορικό της Αναγνώρισης
Στο ζήτημα της Γενοκτονίας τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν λίγο τη δεκαετία του ’80 όταν το ποντιακό κίνημα άρχισε δειλά-δειλά να διεκδικεί το δικαίωμα στη μνήμη, όπως χαρακτηριστικά προβλήθηκε το αίτημα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων από το νεοτουρκικό και Κεμαλικό κατεστημένο. Έτσι λοιπόν στις 24 Φεβρουαρίου 1994 με μια ολιγωρία 70 χρόνων η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Νόμο που καθιέρωσε την 19η Μαίου- ημέρα που αποβιβάστηκε ο μουσταφά Κεμάλ στην Σαμψούντα-, ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Η διεκδίκηση στο δικαίωμα στην ιστορική μνήμη θα συνεχιστεί, και το 1998 η ελληνική Βουλή θα καθιερώσει την 14η Σεπτεμβρίου –ημέρα που οι Κεμαλικοί πυρπόλησαν τη Σμύρνη- ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας του ελληνισμού στο σύνολο της μικρασιατικής χερσονήσου.
Το ζήτημα της Γενοκτονίας έχει αναγνωρίσει έως τώρα η Κυπριακή Δημοκρατία, και μια σειρά πολιτειών της Αμερικής, έχει εκφραστεί θετικά η Αρμενία και έχει περάσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μέσω της έκθεσης της Επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της Ευρώπης. Μεμονωμένες κινήσεις βουλευτών και άλλων πολιτικών αξιωματούχων έχουν γίνει στην Αυστραλία, την Αγγλία, τη Σουηδία και αλλού. Στη Νότια Αυστραλία και στη Σουηδία τα Κοινοβούλια αναγνώρισαν τελικά την Γενοκτονία.
Οι επιτυχίες αυτές των αναγνωρίσεων οφείλονται εν πολλοίς σε προσωπική δουλειά ανθρώπων, οι οποίοι βρίσκονται κοντά σε κέντρα εξουσίας και αγωνίζονται για τη Διεθνή Αναγνώριση. Πολλά μένουν ακόμα να γίνουν. Βρισκόμαστε μόνο στην αρχή.
Ιστορικό τεκμηρίωσης
Όταν κάνουμε λόγο για την τεκμηρίωση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου η πρώτη σκέψη που μας έρχεται στο μυαλό είναι η ερευνητική δραστηριότητα του καθηγητή Κώστα Φωτιάδη, καρπός της οποίας είναι το 14τομο έργο του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Σε δεύτερη μοίρα το έργο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, παρ’ ότι προηγήθηκε χρονικά του Φωτιάδη, το έργο του Χάρη Τσιρκινίδη και κάποιων άλλων ερευνητών. Το δεκατετράτομο όμως έργο του καθηγητή Φωτιάδη είναι το κορυφαίο έργο το οποίο καθιέρωσε το ζήτημα.
Τα αρχειακά αυτά τεκμήρια που αποκάλυψαν οι έρευνες έπεισαν την Διεθνή Ένωση Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες (International Association for Genocide Scholars, IAGS) και το 2007 εξέδωσε το ψήφισμα με το οποίο αναγνωρίζει το διαπραχθέν έγκλημα της Τουρκίας στους Έλληνες, τους Αρμένιους και τους Ασσύριους.
Άλλο ιστορική τεκμηρίωση και άλλο διεθνής προώθηση
Ένα ζητούμενο όταν αντιμετωπίζουμε υποθέσεις Γενοκτονίας είναι η ιστορική τεκμηρίωση. Να τεκμηριώσουμε δηλαδή ότι τα εγκλήματα που διαπράχτηκαν συνιστούν Γενοκτονία και δεν εντάσσονται σε κάποιο από τα άλλα εγκλήματα όπως για παράδειγμα εγκλήματα πολέμου, εθνικές εκκαθαρίσεις ή εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας. Μετά την ιστορική τεκμηρίωση έρχεται το ζήτημα της διεθνής αναγνώρισης του εγκλήματος και της τιμωρίας του ενόχου.
Το ζήτημα της αναγνώρισης όμως μιας Γενοκτονίας είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα και άπτεται σοβαρών γεωπολιτικών συμφερόντων. Ενώ δηλαδή μπορεί να γνωρίζουμε με λεπτομέρειες το τι συνέβη και κυρίως το ότι υπήρχε κεντρική οργάνωση και συγκεκριμένος στόχος εξαφάνισης ενός συγκεκριμένου λαού, στην προκειμένη περίπτωση των Ελλήνων της Ανατολίας, δεν έχουμε εύκολα την αναγνώριση του εγκλήματος από τις άλλες χώρες. Το δίκαιο και η αλήθεια δεν είναι αυτά που καθορίζουν τα πράγματα στη σκληρή αρένα της πολιτικής και των γεωστρατηγικών συμφερόντων. Δεν αρκεί δηλαδή η ιστορική τεκμηρίωση για να έρθει η Διεθνής Αναγνώριση. Χρειάζεται και την κατάλληλη πολιτική βούληση από τα κράτη για να επιτευχθεί.
Άρα λοιπόν δυο είναι οι πυλώνες της προώθησης της Διεθνούς Αναγνώρισης της Γενοκτονίας: Ο 1ος πυλώνας είναι ο επιστημονικός και ο 2ος ο πολιτικός.
Ας δούμε καταρχήν τι μπορεί να σημαίνει διεθνοποίηση. Συνήθως με τον όρο αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση εννοούμε να καταστήσουμε κτήμα της παγκόσμιας ιστορίας και της συλλογικής συνείδησης τα τραγικά γεγονότα από την άνοδο των Νεοτούρκων στην εξουσία και εξής, και ιδίως από το 1914 μέχρι και το 1923. Δηλαδή η διεθνής κοινότητα να καταστεί κοινωνός των συγκεκριμένων γεγονότων και να αποτελέσει η περίοδος αυτή και τα τραγικά γεγονότα της μια σελίδα στην κοινή παγκόσμια ιστορία. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με το εβραϊκό ολοκαύτωμα.
Το πώς επιτυγχάνεται αυτή η διεθνοποίηση ενός ζητήματος είναι μια μεγάλη συζήτηση και μάλιστα αποτελεί και ξεχωριστή ειδίκευση σε πολλά πανεπιστήμια της αλλοδαπής. Πολλές φορές σε τέτοια σημαντικά ζητήματα παραγνωρίζεται το δίκαιο ενός λαού και παραποιείται η ιστορία προκειμένου να προωθηθούν κάποια συμφέροντα. Αρκεί να φανταστούμε ότι στην Αμερική υπάρχουν γραφεία lobbying στα οποία μεγάλες εταιρίες ή ακόμη και κράτη πληρώνουν τεράστια ποσά για να προωθήσουν ζητήματά τους. Αυτά τα γραφεία συνήθως στελεχώνονται από μεγαλοδικηγόρους, καθηγητές πανεπιστημίων, πρώην πολιτικούς, στελέχη επιχειρήσεων και γενικά από ανθρώπους με ισχυρές δημόσιες σχέσεις και σημαντική επιρροή.
Επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως σε ζητήματα όπως είναι η αναγνώριση γενοκτονιών οι επιπτώσεις είναι πολύ σοβαρές για το κράτος που θα ενοχοποιηθεί με μια τέτοια κατηγορία και τα συμφέροντα που διακυβεύουν αυτοί που σπεύδουν να αναγνωρίσουν μια γενοκτονία είναι τεράστια. Ας θυμηθούμε τις απειλές της Τουρκίας προς τη Γαλλία και την Αμερική προκειμένου να μην αναγνωρίσουν τη Γενοκτονία των Αρμενίων.
Άρα λοιπόν δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε απλά και μόνο στις αγαθές προθέσεις των εκάστοτε ισχυρών πως θα αναγνωρίζουν το δίκαιο αίτημα μας επειδή είναι μια ιστορική πραγματικότητα. Ευσεβείς πόθοι που δεν ανταποκρίνονται στην σκληρή πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής και διπλωματικής σκηνής.
Ας επικεντρωθούμε όμως στην περίπτωση της επιστημονικής προώθησης του ζητήματος.
Καταρχήν θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η ανάγκη καλλιέργειας εκπαιδευτικής κουλτούρας γενοκτονικών σπουδών στην Ελλάδα και η εκπαίδευση νέων επιστημόνων στο εξωτερικό είναι αναμφισβήτητα μια μεγάλη ανάγκη για τα ακαδημαϊκά μας τεκταινόμενα.
Όταν μιλάμε για προώθηση του ζητήματος σε διεθνές ακαδημαϊκό επίπεδο μιλάμε καταρχήν για ανάγκη εκπαίδευσης νέων επιστημόνων από διάφορες ειδικότητες σε ζητήματα Γενοκτονίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το έχουμε ξαναπεί, αλλά ας μου επιτραπεί να το επαναλάβω γιατί είναι θεμελιώδους σημασίας. Για να διεθνοποιηθεί μεθοδικά το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου αλλά και των υπολοίπων Ελλήνων θα πρέπει να καταστεί κτήμα της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι δυνάμεις που προσπαθούν να διεθνοποιήσουν το ζήτημα στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, ενεργούν μόνο πολιτικά χωρίς να ενδιαφέρονται, όσο θα έπρεπε, για την ακαδημαϊκή προώθηση του θέματος, κι ας είναι η τελευταία αυτή που θα νομιμοποιήσει την αξίωση της διεθνούς αναγνώρισης.
Να δώσουμε ένα παράδειγμα. Αν λέγαμε σε κάποιον ειδικό ότι σκοπός μας είναι να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ποντίων, αυτός θα μας ρωτούσε αμέσως τις εξής αυτονόητες ερωτήσεις: Πόσα ερευνητικά στην Ελλάδα και το εξωτερικό διαθέτετε; Πόσοι γενοκτονολόγοι έλληνες και αλλοδαποί ασχολούνται με το δικό σας θέμα, έχετε προγράμματα για να προετοιμάσετε νέους μεταπτυχιακούς για να ασχοληθούν με το ζήτημα; Πόσες και πόσο σοβαρές εκδόσεις έχετε κάνει; Τι μελέτες υπάρχουν στην αγγλική γλώσσα; Ποιοι οργανισμοί δίνουν υποτροφία για το συγκεκριμένο θέμα και τι ύψους;
Πράγματι, μια σοβαρή μέριμνα για την προσπάθεια διεθνοποίησης του ζητήματος θα ήταν πρώτα-πρώτα η θεσμοθέτηση υποτροφιών για πανεπιστήμια κυρίως του εξωτερικού για μεταπτυχιακές σπουδές στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Υποτροφίες, όμως, πραγματικές, δηλαδή τέτοιας οικονομικής στάθμης, ώστε ο φοιτητής να μην χρειάζεται να υποαπασχολείται αλλού για να ανταπεξέλθει στις αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις της έρευνας στην αλλοδαπή. Το παράδειγμα των Εβραίων που δίνουν πολλές και σημαντικές υποτροφίες για το Ολοκαύτωμα, θα πρέπει να μας παραδειγματίσει. Οι νέοι φοιτητές που δεν ξέρουν από την αρχή με τι θέλουν να ασχοληθούν εύκολα μπορεί να καταλήξουν με το Ολοκαύτωμα αφού οι υποτροφίες που δίνουν είναι τόσο σημαντικές που έλκουν τους υποψηφίους διδάκτορες.
Ένα βασικό σημείο που πρέπει να κατανοηθεί από όλους όσους ασχολούνται με την γενοκτονία των ποντίων είναι ότι διεθνώς οι γενοκτονικές σπουδές έχουν μια πρόοδο στα δυτικά πανεπιστήμια, θα λέγαμε πιο απλά πως οι γενοκτονικές σπουδές είναι μια σχετικά νέα τάση στην επιστήμη και ως τέτοια έχει μέλλον. Αυτό είναι ένα γεγονός που επαληθεύεται συνεχώς καθώς όλο και περισσότερα πανεπιστήμια εντάσσουν τμήματα και ινστιτούτα με αυτό το αντικείμενο στο δυναμικό τους. Ανακοινώνονται συνεχώς σχετικά συνέδρια και ημερίδες ενώ ειδικά περιοδικά φιλοξενούν σχετικές μελέτες. Σε αυτόν τον ακαδημαϊκό οργασμό για την έρευνα και τις σπουδές γύρω από το φαινόμενο γενοκτονία έχει ενδιαφέρον να δούμε που βρίσκεται η Ελλάδα και η δική της υπόθεση. Πόσοι από τους επιστήμονες που θέλουν να ασχοληθούν ή ασχολούνται έχουν σπουδάσει τη μεθοδολογία για τις συγκεκριμένες σπουδές, πόσοι γράφουν στα ειδικά με το θέμα επιστημονικά περιοδικά και πόσοι συμμετέχουν στα ειδικά αυτά συνέδρια; Φοβάμαι πως μετριούνται χωρίς υπερβολή στα δάχτυλα του ενός μόνο χεριού συμπεριλαμβανομένων κι αυτών που ζουν στο εξωτερικό.
Είναι λοιπόν τουλάχιστον ουτοπικό να πιστεύουμε πραγματικά πως δίνουμε σημαντικό αγώνα. Μπορεί η πρόθεση να είναι καλή, όταν, όμως, δεν ακολουθείται η αναγκαία στρατηγική και μεθοδολογία χάνονται άσκοπα οι δυνάμεις. Με άλλα λόγια διακρίνεται μια ανικανότητα κατανόησης της σπουδαιότητας των οφειλόμενων ενεργειών καθώς και μια αδυναμία ορισμού προτεραιοτήτων.
Δεν είμαι μηδενιστής. Διακρίνω τη διάθεση, την ενέργεια και τα χρήματα που κάποιοι διαθέτουν. Το θέμα είναι πως αν δεν υπάρξει κάποια καθοδήγηση θα μείνουμε στα τετριμμένα, όπως εκδηλώσεις μνήμης, ομιλίες κλπ, τα οποία είναι βεβαίως χρήσιμα, ιδίως για τη νέα γενιά, αλλά δεν αρκούν αν θέλουμε σοβαρά να λέμε ότι αγωνιζόμαστε για να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας.
Για να προωθηθεί το ζήτημα αυτό χρειάζονται διάφορες ομάδες της κοινωνίας να συντονίσουν τις προσπάθειες τους. Για παράδειγμα επιστήμονες, πολιτικοί, ακτιβιστές, επιχειρηματίες κ. α. θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να οργανώσουν ένα κοινό σχέδιο.
Πολλές φορές έχουμε αναφερθεί σε μια ανάγκη αλλαγής της νοοτροπίας στους ποντιακούς συλλόγους και γενικότερα σε έναν επαναπροσδιορισμό των στόχων των ποντίων, αφού κατά την άποψή μας πολλές από τις σημερινές εκφάνσεις του σύγχρονου ανθρώπου δεν βρίσκουν ενδιαφέρον σημείο αναφοράς στην ποντιακή ταυτότητα. Αυτό συμβαίνει όχι γιατί η ταυτότητα αυτή είναι ανεπαρκής, αλλά γιατί λείπει από τα υποκείμενα και τους διαμορφωτές της το όραμα, η φαντασία και η δημιουργική σύζευξη του παρελθόντος με το παρόν, ώστε να καταστεί για τους νέους ενδιαφέρουσα και ελκυστική η ενασχόληση με την ταυτότητα αυτή.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στην αλλαγή νοοτροπίας, στον ερευνητικό τομέα και γενικότερα στον τομέα των ποντιακών ερευνών έχουμε επανειλημμένως γράψει για την ανάγκη της εξωστρέφειας. Ένας τρόπος πέρα από τη συμμετοχή ελλήνων ερευνητών σε συνέδρια του εξωτερικού είναι η δημιουργία Διεθνούς Ερευνητικού Κέντρου Ποντιακών Ερευνών. Οι συζητήσεις που συνεχίζονται γύρω από την έρευνα και την προώθησή της, καθώς και γύρω από το ζήτημα της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας καταντούν αναποτελεσματικές φλυαρίες, από τη στιγμή που δεν συζητιέται σοβαρά και δεν λαμβάνουν χώρα σοβαρές δράσεις για τη δημιουργία ενός τέτοιου επιστημονικού φορέα. Είναι προφανές αλλά φαίνεται πως πρέπει να τονιστεί ξανά ότι το θέμα της Γενοκτονίας, όπως έχει συμβεί και με τις υπόλοιπες υποθέσεις γενοκτονιών, πρέπει να περάσει πρώτα από το ακαδημαϊκό επίπεδο ή έστω να γίνει παράλληλα. Δηλαδή μαζί με την διεκδίκηση να προωθηθεί και η ερευνητική και επιστημονική δουλειά της τεκμηρίωσης.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ανεκδοτολογικά μια εύστοχη παρατήρηση ενός καλού φίλου από τον Καναδά, του George Shirinian διευθυντή του Ινστιτούτου Zoryan. Σε μια πρόσφατη συνάντηση στο Zoryan στο Τορόντο μου είπε το εξής χαρακτηριστικό: Εσείς οι Πόντιοι έχετε ένα πολύ ωραίο αυτοκίνητο. Αυτό είναι ο πολιτισμός σας, η παράδοσή σας και η ιστορία σας. Αυτό το ωραίο αυτοκίνητο το φροντίζετε επιμελώς και του βάζετε ακριβά αξεσουάρ. Αυτά είναι τα φεστιβάλ, οι χοροί, οι ακριβές στολές κλπ. Σε αυτό το ωραίο αυτοκίνητο, όμως, δε βάζετε βενζίνη, εννοώντας πως ενώ ξοδεύουμε τόσα πολλά χρήματα για διάφορα στοιχεία του πολιτισμού μας, δεν ξοδεύουμε ούτε σεντς για την έρευνα και την επιστήμη, μέσα από την οποία θα στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της Γενοκτονίας.
Πιστεύω πως η προηγούμενη γενιά των επιστημόνων είχε χρέος να τεκμηριώσει το γεγονός με ντοκουμέντα, η υποχρέωση και το στοίχημα της νέας γενιάς των επιστημόνων είναι η εξωστρέφεια του ζητήματος. Να θέσουν το ζήτημα σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και φόρα.
Πολλές φορές στην προσπάθειά μας να συμπεριλάβουμε πολλές δράσεις στους προγραμματισμούς που θέτουμε δεν ξεκινάμε από βασικούς και ρεαλιστικούς στόχους αλλά αναλωνόμαστε σε μαξιμαλιστικές δηλώσεις. Το Ερευνητικό Κέντρο του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα και οι επιστήμονες του στην προσπάθειά τους να καταλάβουν πως λειτουργεί το σύστημα στη διεθνή επιστημονική σκηνή συμμετείχαν σε διάφορα διεθνή συνέδρια, σεμινάρια, συνάντησαν και συνεργάστηκαν με εξειδικευμένους καθηγητές και ήρθαν σε επαφή με ειδικά Ινστιτούτα ειδικευμένα στη μελέτη γενικά των γενοκτονιών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τα αποτελέσματα αυτών των επαφών και των συνεργασιών, για ν’ αναφερθούν κάποια απ’ αυτά είναι συνοπτικά: α) η καθιέρωση των Διεθνών Συνεδρίων Ποντιακών Ερευνών, β) η πρόσκληση ξένων ακαδημαϊκών για διαλέξεις στην Ελλάδα. (Richard Hovannisian, Taner Akcam, Roger Smith, Pamela Steiner, Colum Murphy, Elisabeth Prodromou, George Shirinian) και η περαιτέρω συνεργασία μ’ αυτούς, γ) η συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια στο εξωτερικό, δ) η δημιουργία ιστορικού ντοκιμαντέρ «Τα Χνάρια των Αργοναυτών» με αγγλικό και γερμανικό υποτιτλισμό, ε) η διάθεση υποτροφιών για συμμετοχή σε διεθνή σεμινάρια για τις γενοκτονίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το δέον γενέσθαι
Όλη η δουλειά που ανέφερα μόλις παραπάνω, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται, γίνεται από προσωπικό μεράκι των επιστημόνων που απαρτίζουν το Ερευνητικό Κέντρο. Όχι μόνο δεν πληρώνονται για τις υπηρεσίες που προσφέρουν αλλά πληρώνουν πολλές φορές οι ίδιοι από την τσέπη τους τα ταξίδια τους στα συνέδρια του εξωτερικού. Αυτό αξίζει να σημειωθεί όχι για να εξαρθεί η διάθεση προσφοράς των νέων αυτών επιστημόνων, αλλά κυρίως για να τονιστεί η έλλειψη επαγγελματισμού και στρατηγικού σχεδιασμού που μας διακρίνει. Για να συστηματοποιήσουμε με λίγα λόγια τη δουλειά που πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα, ενδεικτικά θα ήθελα ν’ αναφέρω τα παρακάτω:
1ον Θα πρέπει να χορηγηθούν υποτροφίες σε μεταπτυχιακούς και κυρίως σε υποψήφιους διδάκτορες που θ’ ασχοληθούν αποκλειστικά με το ζήτημα της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, της Μ. Ασίας και της Αν. Θράκης, κυρίως σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού. Για να φτάσουμε βέβαια σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να έχουμε φροντίσει ήδη να κερδίσουμε τους μελλοντικούς αυτούς ερευνητές από τις προπτυχιακές τους ακόμα σπουδές, με διάφορα προγράμματα που θα πρέπει να τους παρέχουμε. Το παράδειγμα του Διεθνούς Ινστιτούτου για τις Γενοκτονίες και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Zoryan Institute (http://www.zoryaninstitute.org) στο Τορόντο του Καναδά είναι ένα απ’ αυτά.
2ον Να δημιουργηθούν ερευνητικά κέντρα στο εξωτερικό πρωτίστως, αλλά και στην Ελλάδα βέβαια, για τη μελέτη των γενοκτονιών και να χρηματοδοτούνται από την Ελλάδα, είτε από ιδιώτες είτε δημιουργώντας ο ποντιακός χώρος το Εθνικό του Ταμείο. Το Εθνικό Ταμείο είναι μια σπουδαία και πραγματοποιήσιμη ιδέα του Μιχάλη Μουρατίδη από το Τορόντο, πρώην προέδρου της ομοσπονδίας Η.Π.Α-Καναδά. Είναι δε η πραγματοποίηση της ιδέας αυτής μια αδήριτη ανάγκη για να μπορέσουν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για σημαντικές ενέργειες στο μέλλον. Μια σοβαρή προσπάθεια για την ίδρυση Ερευνητικού Κέντρου των Ελλήνων της Μικρασίας και του Πόντου, με ιδιαίτερη εστίαση στη γενοκτονία, πραγματοποιήθηκε στο Σικάγο με πρωτοβουλία του εκεί ποντιακού συλλόγου ο Ξενιτέας και του προέδρου του, Γιώργου Μαυρόπουλου. Ο Ξενιτέας είναι ένας από τους συλλόγους της Αμερικής που έχει αναλάβει πολύ σοβαρή δραστηριότητα για την προώθηση του ζητήματος της Γενοκτονίας.
3ον Να οργανωθούν διεθνή επιστημονικά συνέδρια τόσο στην Ελλάδα αλλά κυρίως στο εξωτερικό σε συνεργασία με τα καλύτερα πανεπιστήμια και σε συνεργασία με τα κέντρα ερευνών για τις Γενοκτονίες. Τέτοια κέντρα υπάρχουν ήδη πολλά και αρκετά από αυτά έχουν καταφέρει μέσα σε σύντομο διάστημα να καταστούν ευρέως γνωστά δημοσιεύοντας μάλιστα και σχετικά επιστημονικά περιοδικά. Η συμμετοχή ελλήνων επιστημόνων σ’ όλα αυτά κρίνεται απαραίτητη. Βέβαια ευχής έργο θα ήταν να πρωτοστατούν για την ελληνική γενοκτονία ξένοι ερευνητές, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει αν δεν προηγηθούν οι προτάσεις που αναφέραμε και θα αναφέρουμε και παρακάτω.
4ον Να ενισχυθούν οι καθηγητές πανεπιστημίων του εξωτερικού που έχουν και κύρος αλλά και διάθεση να προσφέρουν. Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει φροντίδα να τους αποστέλλονται όλες οι σχετικές με το θέμα μελέτες και γενικά να ενημερώνονται για κάθε σχετική εξέλιξη. Να ενισχύονται οικονομικά για πρωτοβουλίες που θα αναλαμβάνουν στο πανεπιστήμιο που διδάσκουν είτε αυτό είναι η έκδοση ενός σχετικού τόμου, είτε η οργάνωση σχετικής ημερίδας ή συνεδρίου.
5ον Να ενισχυθούν οι ερευνητές που πραγματοποιούν έρευνα σε αρχεία τα οποία αποκαλύπτουν το έγκλημα της γενοκτονίας και φωτίζουν τα γεγονότα και αν είναι δυνατόν να χρηματοδοτείται η έκδοση των μελετών που αφορούν το συγκεκριμένο ζήτημα. Ακόμη πιο σημαντικό είναι να χρηματοδοτείται η μετάφραση των μελετών αυτών στα αγγλικά. Η χρηματοδότηση της έκδοσης των σχετικών μελετών και κυρίως η μετάφραση αυτών και η αποστολή της στις κατάλληλες βιβλιοθήκες είναι από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβει ο οργανωμένος προσφυγικός χώρος.
6ον Να υπάρχει φροντίδα ώστε να αποσταλούν σε κάθε πανεπιστήμιο, ινστιτούτο και ερευνητικό κέντρο ανθρωπιστικών σπουδών, όλες οι διαθέσιμες μελέτες και τα σχετικά άρθρα. Επίσης να υπάρχει μέριμνα ώστε να αποστέλλεται κάθε καινούργια σχετική μελέτη. Η μέριμνα αυτή πρέπει να ληφθεί ιδίως για τα πανεπιστήμια και τα ινστιτούτα που έχουν τμήματα γενοκτονικών σπουδών.
7ον Να ληφθεί μέριμνα για την πραγματοποίηση θεματικών εκθέσεων με ντοκουμέντα και φωτογραφίες ή και εικαστικές εκθέσεις. Σε αυτές τις εκδηλώσεις απαραίτητη είναι η σωστή παρουσίαση αλλά και η ορθή επιστημονική τεκμηρίωση. Επίσης ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να ληφθεί να δημιουργηθεί μια πτέρυγα για την γενοκτονία που υπέστησαν οι Έλληνες σε κάθε μουσείο για τις γενοκτονίες και το Ολοκαύτωμα.
8ον Σημαντική παράμετρος που δεν πρέπει να παραγνωριστεί καθώς ασκεί καθοριστική επίδραση αποτελεί και η έβδομη τέχνη. Θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν ταινίες με σχετικό περιεχόμενο. Βέβαια θέλει προσοχή να χρησιμοποιηθούν πραγματικά στοιχεία και να αποφευχθούν οι υπερβολές. Να μην καταλήξουμε δηλαδή από τη μια, σε μια μυθοπλασία που δεν θα λαμβάνει υπόψη της τα ιστορικά γεγονότα αλλά ούτε και σε ένα προπαγανδιστικό έργο με υπερβολές και ανακρίβειες. Για αυτό το λόγο σημαντικό είναι να αναζητηθούν κατάλληλοι σκηνοθέτες για το συγκεκριμένο εγχείρημα και κυρίως με επιρροή στο εξωτερικό. Ένα ιδανικό παράδειγμα είναι ο Κώστας Γαβράς που ζει στη Γαλλία.
9ον Θα πρέπει, επίσης, να φροντιστεί να υπάρχουν άρθρα και καταχωρίσεις –αν χρειαστεί και επί πληρωμή- σε διεθνούς εμβέλειας εφημερίδες και περιοδικά. Με την ίδια λογική θα πρέπει να ενημερωθούν για το θέμα και καταξιωμένοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι θα φροντίσουν να ενημερώσουν την κοινή γνώμη.
Το πιο σημαντικό για την πραγματοποίηση των ανωτέρω είναι να έχουμε μακροπρόθεσμη προοπτική, ξεκάθαρη στρατηγική, έμπειρους και εργατικούς επιστήμονες και ικανά μέλη του οργανωμένου ποντιακού χώρου με έντονη διάθεση να προσφέρουν. Κυρίως θα πρέπει να κατευθύνουμε τις όποιες δυνάμεις υπάρχουν στη σωστή κατεύθυνση. Έχω επανειλημμένως γράψει –σε σημείο να κινδυνεύουμε να καταντήσουμε γραφικοί- ότι το Ιερό Ίδρυμα της Παναγίας Σουμελά οφείλει να χρηματοδοτήσει μεγάλο μέρος αυτών των δράσεων. Κυρίως να διαθέσεις χρήματα για να ιδρυθεί μια έδρα ποντιακών ερευνών στα καλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής.
Ένα άλλο ζήτημα που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι το γεγονός ότι ως αίτημα, το αίτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας ήρθε πολύ αργά και χάθηκαν σημαντικά χρόνια. Δεν έχουμε περιθώριο να χάσουμε κι άλλα. Το ερώτημα που μένει είναι ποιος είναι αυτός που θα υλοποιήσει όλα τα παραπάνω και ακόμη περισσότερα, καθώς δεν εξαντλείται το θέμα με τις παραπάνω προτάσεις. Ο ρόλος των ποντιακών συλλόγων του εξωτερικού σ’ αυτό το θέμα είναι ιδιαιτέρως σημαντικός. Μην ξεχνάμε τη σημαντική συμβολή της αρμένικης διασποράς στο δικό τους αντίστοιχο ζήτημα της διεθνοποίησης της δικής τους γενοκτονίας. Ήδη αναφέρθηκε ένας τέτοιος σύλλογος, αυτός του Σικάγο, που έχει αναλάβει σχετικές σοβαρές πρωτοβουλίες. Δεν αρκεί όμως το φιλότιμο και το μεράκι, χρειάζεται αυστηρός επαγγελματισμός. Οι καιροί ου μενετοί.