Η Ποντιακή διάλεκτος και η λεκτική της σχέση με την αρχαία Ελληνική |
της Αρχοντούλας Κωνσταντινίδου*
Η ποντιακή διάλεκτος μαζί με την καππαδοκική, την τσακώνικη και την κατωιταλική συνιστούν το σύνολο των διαλέκτων της νεοελληνικής γλώσσας. Ειδικότερα, η ποντιακή και η καππαδοκική αποτελούν τα λεγόμενα μικρασιατικά ιδιώματα. Αναφορικά με την ποντιακή διάλεκτο αξίζει να σημειωθεί πως έλκει την καταγωγή της από την ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής, καθώς Ίωνες ήταν οι άποικοι της Σινώπης, οι οποίοι με τη σειρά τους αποίκησαν τις άλλες παράλιες πόλεις του Εύξεινου Πόντου.
Δυστυχώς, δε γνωρίζουμε ικανοποιητικά την εξέλιξη της ποντιακής διαλέκτου από τα πρώτα της στάδια μέχρι και την αρχή της περιόδου της Τουρκοκρατίας, καθώς το μοναδικό γραπτό μνημείο που διασώθηκε είναι μια επιγραφή του 1306, ενώ αναφορικά με τη φωνητική της γνωρίζουμε πως είχε διαφοροποιηθεί από την κοινή δημοτική γλώσσα του Βυζαντίου, ήδη από τον 12ο αιώνα, χάρη στην παρατήρηση του Ευσταθίου, αρχιεπίσκοπου Θεσσαλονίκης: «Τα γουν ακάνθια, αχάντια τινές φασίν εώων ανδρών», γράφει στη δική του Ιλιάδα.
Η γεωγραφική εξάπλωση του Εύξεινου Πόντου είχε ως αποτέλεσμα και την επέκταση των ορίων, μέσα στα οποία μιλιόταν η ποντιακή διάλεκτος. Έτσι, η ομιλία της ποντιακής διαλέκτου ξεκινούσε στα δυτικά από την Ινέπολη(Ιωνόπολη) κι έφτανε ως τη Ριζούντα και την Κολχίδα στα ανατολικά, συμπεριλαμβάνοντας σαφώς και την ενδοχώρα ανάμεσά τους. Η πιο μεγάλη ενδοχώρα στην οποία ακουγόταν η ποντιακή διάλεκτος ήταν αυτή της Τραπεζούντας με τις περιοχές της Γεμουράς, της Ματσούκας, της Σάντας, της Κρώμνης και της Χαλδίας.
Μόνο στην περιοχή της Πάφρας και στην ενδοχώρα, που αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ των περιοχών Κάβζας- Βεζυρκιοπρού- Λαοδίκειας οι ποντιακοί πληθυσμοί ήταν τουρκόφωνοι, εξαιτίας των συστηματικών διώξεων και βασανιστηρίων, που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι εναντίον των Ελλήνων ξεκινώντας από την πτώση της Τραπεζούντας το 1461. Τις πιο άγριες μορφές της τουρκικής θηριωδίας τις γνώρισαν οι κάτοικοι της Πάφρας και της Αμισού, όταν οι Τούρκοι σε μια μέρα μόνο έκοψαν 1500 γλώσσες Ελλήνων για να εκφοβίσουν τους Έλληνες και να πάψουν να μιλούν οριστικά τη μητρική τους γλώσσα, όπως παραδίδουν οι ιστορικοί συγγραφείς Οικονομίδης Δημοσθένης και Βακαλόπουλος Απόστολος.
Έτσι, οι κάτοικοι αυτών των περιοχών έχασαν την ελληνική τους γλώσσα, διατήρησαν όμως ακέραιη, αν όχι επαυξημένη, την ελληνική τους συνείδηση και τη χριστιανική τους πίστη.
Η ποντιακή διάλεκτος, αν και δέχθηκε επιδράσεις από την τουρκική κι ενσωμάτωσε λέξεις από ξένες γλώσσες (περσικές, αραβικές, ρωσικές) εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης του Πόντου διατήρησε ατόφιες λέξεις κι εκφράσεις της αρχαίας ελληνικής, οι οποίες δε διασώθηκαν στη νεοελληνική γλώσσα, ή είναι εγγύτερα στην αρχαία ελληνική απ’ ότι είναι η σημερινή νεοελληνική τους μορφή. Παραθέτουμε πολλές λέξεις κατατάσσοντάς τις στα αντίστοιχα μέρη του λόγου:
Ρήματα:
Σπογγίζω (=σκουπίζω, συναντάται ακόμα και στις Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη), διακλύζω (=ξεπλένω με νερό), αλίζω (=αλατίζω), εγκαλώ (=κατηγορώ), αναλύω (=μουσκεύω), ή ελαφρώς παραλλαγμένα όπως τα ρήματα, γλύνω (=εκλύω), τσανίζω (=κατανίζω), αναστορώ (=ανιστορώ), υβρίζω (ενώ στα νέα ελληνικά λέμε βρίζω).
Ουσιαστικά:
(ι)χώρ (=ζωογόνος ουσία, το υγρό που έρρεε στις φλέβες του μυθικού γίγαντα Τάλου, στα ποντιακά ο κρόκος του αβγού), στέγος (=στέγη), ψύχος (=κρύο), φέγγος (=το φως του φεγγαριού), άρκος (=αρκούδα), έγκλημα (=κατηγορία), ή ελαφρώς παραλλαγμένα όπως κιντέα (=κνίδη, τσουκνίδα), κοχλίδ’(ιν) (=κοχλίας, σαλιγκάρι).
Επίθετα:
Άναλος (=ανάλατος), άβρωτος (=αυτός που δεν τρώγεται), ανώμοτος (=αυτός που δε σέβεται το νόμο), έμνοστος (=νόστιμος), ή ελαφρώς παραλλαγμένα όπως ημ’σός (από το αρχαίο ήμισυς), παλαλός (από τη μετοχή απολωλώς του ρήματος απόλλυμαι=χάνομαι, άκλερος( =άκληρος)
Επιρρήματα:
Όθεν (=όπου, απ’ όπου), άνθεν (από το άνωθεν), κάθεν (από το κάτωθεν), απέσ’ (=από +έσω), άγκαικα (άνω + κάτω)
Αντωνυμίες:
Τ’ εμόν (=δικό μου), τ’ εμέτερον (=δικό μας), αούτος, αούτε (αυτός, αυτή, διατήρησε την προφορά της αρχαίας ελληνικής), καθείς.
Η διατήρηση όλων αυτών των λέξεων της αρχαίας ελληνικής στην ποντιακή διάλεκτο είναι εντυπωσιακή και καταδεικνύει τη δύναμη και την αξία που έχει, όχι μόνο η ποντιακή διάλεκτος, αλλά και οι άλλες διάλεκτοι και τα άλλα ιδιώματα της νεοελληνικής γλώσσας, αφού διακρίνονται από ανάλογα χαρακτηριστικά. Αν αναλογιστούμε σοβαρά τα παραπάνω, θα διαπιστώσουμε πως η προσπάθεια για τη διάσωση της ποντιακής διαλέκτου, έστω και τώρα, και η εκμάθησή της από τις νεότερες γενιές δεν είναι δείγμα στείρας προσκόλλησης στην παράδοση, αλλά προσπάθεια για αξιοποίηση των στοιχείων που έχει να μας προσφέρει. Αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες οι διάλεκτοι είναι ένα κατώτερο είδος ή μια παραφθορά της κοινής, είναι ρατσιστικές και προέρχονται από αδαείς ή ημιμαθείς. Άλλωστε, κάθε διάλεκτος είναι φτιαγμένη έτσι ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων που τη χρησιμοποιούν και να ισχυροποιεί τους συνεκτικούς δεσμούς του.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ολοένα και αυξανόμενης διακρατικής συνεργασίας, που επιβάλλει την εκμάθηση δύο ή τριών ξένων γλωσσών, η διάσωση της ποντιακής διαλέκτου γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, γεγονός που αυξάνει την ευθύνη των πολιτιστικών συλλόγων για το θέμα αυτό. Στην αντίθετη περίπτωση, με το πέρασμα των χρόνων η αδυναμία κατανόησης της ποντιακής διαλέκτου θα επιφέρει την αποξένωση από τα άλλα στοιχεία της παράδοσης, όπως είναι η μουσική και ο χορός, και θα μας καταστήσει «αγροίκους», αφού δε θα «εγροικούμε» πια τη γλώσσα μας.
* Η Αρχοντούλα Κωνσταντινίδου είναι φιλόλογος.
Βιβλιογραφία:
- Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου, Άνθιμου Παπαδόπουλου, «Αρχείον Πόντου».
- Ετυμολογικόν Ερμηνευτικόν Λεξιλόγιον, Νικόλαου Λαπαρίδη, εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη.
- Μελετήματα ποντιακής διαλέκτου, Δ.Ε. Τομπαΐδη, εκδ. κώδικας.
- Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, Χρήστου Σαμουηλίδη, εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη.
- Ιστορική γραμματική της Ποντικής Διαλέκτου, Άνθιμου Παπαδόπυλου, «Αρχείον Πόντου».
- «Η εν Πόντω ελληνική γλώσσα», Παντελή Μελανοφρύδη, εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη».