Μαμά! Η πρώτη λεξούλα μας. Αλλά και η «κραυγή» σε κάθε δυσκολία μας. Μάνα, μητέρα, μαμά.
Το δεξί χέρι του Θεού. Σταλμένη απ’ Αυτόν να ζήσει στη γη. Ναός το κορμί της. Μια Θεία κιβωτός όπου μέσα της σχηματιζότανε η ζωή. Την μάγευε τούτο το θάμα. Ρουφούσε άπληστα τις μέρες. Πάλευε να νοιώσει τις αλλαγές. Και όταν έφτασε η ώρα πήρε βαθιά ανάσα και μ’ όλη της δύναμη «έσπρωξε». Και τότε ακούστηκε το κλάμα. Η νέα ζωή.
Δεντρί μεγάλο, έκαμε πελώριους κλώνους για ν’ απλωθούν σ’ όλη την οικουμένη και να προστατέψει, κλώσα αυτή, όλα τα παιδιά της κάτω από την απλωσιά της, χωρίς καμιά διάκριση.
Ανιδιοτελής η αγάπη της, σε αφήνει άφωνο. Αστείρευτη πηγή τρυφερότητας, έστω και αν δεν μπορεί πολλές φορές να την εκφράσει. Που την πικραίνεις και αυτή σε συγχωρεί αμέσως. Που σε αφήνει να τραβήξεις τον δρόμο σου αλλά πάντοτε σε παρακολουθεί με αγωνία, διακριτικά και έτοιμη να σε βοηθήσει όταν χρειασθεί.
Απ’ ούλα τα γλυκύτερα, γλυκύτερο ειν΄ η μάνα.
Σήμερα λοιπόν, ύστερα από την καθιέρωση της 2ης Κυριακής του Μάη, ως ημέρα γιορτής της μητέρας, γιορτάζουν όλες οι μανούλες, οι μάνες, οι μητέρες, η μαμά όπως ο καθένας μας έχει μάθει να την φωνάζει.
Απέραντη ευγνωμοσύνη και πολλές γλυκές από καρδιάς ευχές για χρόνια πολλά σε όλες τις μάνες του κόσμου.
Την «Μάνα της προσφυγιάς» τιμούμαι. Την μάνα των πατρίδων που χάθηκαν. Εκεί όπου η γης είναι σπαρμένη με τα κόκκαλα των δικών μας ανθρώπων. Εκεί στην γη της Ιωνίας, της Καππαδοκίας, της Θράκης, του Πόντου, πατρίδες Ελληνικές για πάνω από τρις χιλιάδες χρόνια. Εκεί όπου ανάμεσα σε αλλόθρησκους βύζαινε από τη μια το βλαστάρι της με το γάλα της ζωής και από την άλλη στάλα στάλα, κάθε μέρα, κάθε λεπτό, πότιζε την ψυχή την ελληνική και στο χαμηλό φως του καντηλιού, κάτω από το εικόνισμα της Παναγίας, του έριχνε τον σπόρο της Ορθοδοξίας.
Στην μακραίωνη ιστορία του Πόντου, οι γυναίκες του Πόντου, οι Πόντιες μάνες, είναι δημιουργικές, φιλότιμες μέσα στο σπίτι, σκληρές εργατικές και δυναμικές έξω από αυτό. Οι αγρότισσες γυναίκες του Πόντου «Τσακέλα επίκαν τα χέρα τουν», « τσαπιά έκαναν τα χέρια τους», για να αναστήσουν, να μεγαλώσουν, να μορφώσουν τα παιδιά τους. Στις πόλεις η Πόντια γυναίκα, πιο μορφωμένη, καλή νοικοκυρά, με συμπεριφορά αρχόντισσας.
Αυτήν που έζησε τον ξεριζωμό, την προσφυγιά και ρίζωσε στην νέα πατρίδα. κουβαλώντας έναν «ποχτσά» γεμάτο από την ιστορία, τον πολιτισμό, τις αξίες, τον τρόπο ζωής, ήθη και έθιμα, το σεβασμό, την λάμψη, την αρχοντιά των πατρίδων που άφησε πίσω της. Με κρυμμένα στον κόρφο της τα άγια εικονίσματα κράτησε στα στιβαρά της χέρια τη συνέχεια της ζωής.
Δεν λύγισε. Άφησε το θρήνο και το μοιρολόι και ρίχτηκε στη δουλειά. Πολέμησε με την γη, τα στοιχεία της φύσης, τις αρρώστιες, την πείνα. Με αγώνα σκληρό, δύσκολο, ανάστησε ανθρώπους και τόπους. Άνθισαν τα βλαστάρια της και πλούσια και ευλογημένα πλημμύρισαν την Ελλάδα. Καινούρια χωριά, κωμοπόλεις, πόλεις ξεπήδησαν με τα ονόματα της ιδιαίτερης πατρίδας των ξεριζωμένων. Πατρίδες που δεν ξεχάστηκαν ποτέ.
Αυτή την ακατάβλητη «Γυναίκα της προσφυγιάς» τιμούμε. Που με την δύναμη της ψυχής της, με την δουλειά και το μυαλό της, έστρωσε το τραπέζι για να απλωθούν τα εδέσματα της προόδου, της δημιουργίας και της ομορφιάς στις καινούργιες πατρίδες.
Σε αυτήν υποκλινόμαστε και υποσχόμαστε ότι, πιστοί στην παράδοση που καθιέρωσε, θα εξακολουθήσουμε να βελτιώνουμε το παρόν και να διασφαλίζουμε ένα καλύτερο μέλλον.
«Μάνα της Θράκης, μάνα του Πόντου, της Μικρασίας μάνα,
Μπράβο και χίλια μπράβο σου που μπόρεσες
και στάθηκες στα πόδια σου στητή.
Εύγε που παρόλο το βαρύ σταυρό που σήκωνες σ’ όλη σου τη ζωή
την παράδοση μας άφησες ατόφια, ζωντανή.
Μάνα μας,
Υπόσχεση σου δίνουμε
κι εμείς με την σειρά μας, άγια και ιερή
ο’ τι στο κάθε μας εγγόνι, στο κάθε μας παιδί,
θα μεταλαμπαδεύουμε με όλο τον σεβασμό
τούτη τη βαριά κληρονομιά, τούτο το θησαυρό»
Χρόνια Πολλά σε όλες τις μανούλες.
Ρωμανίδης Νεοφ. Θεόδωρος