Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην ιστορική Μονή της Παναγίας Σουμελά του Πόντου |
Σε έντονα συγκινησιακά φορτισμένη ατμόσφαιρα τελέστηκε ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου η Θεία Λειτουργία στην Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας Σουμελά της Τραπεζούντας, προεξάρχοντος του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, συμπαραστατούμενου από τους Σεβ. Μητροπολίτες Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνο και Σμύρνης κ. Βαρθολομαίο.
Εκκλησιάστηκαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ και Νέας Ιερσέης κ. Απόστολος, κληρικοί, η Ευγεν. κ. Γεωργία Σουλτανοπούλου, Γενική Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη, Άρχοντες Οφφικιάλιοι της Μ.τ.Χ.Ε., τοπικοί παράγοντες, και πιστοί από την Ελλάδα, την Γεωργία, και άλλες χώρες.
Η ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου
Ο Παναγιώτατος, στην ομιλία του, αναφέρθηκε στη σημασία της μεγάλης Θεομητορικής εορτής, ενώ, μιλώντας στην τουρκική γλώσσα, ευχαρίστησε ιδιαιτέρως την Κυβέρνηση, τη Νομαρχία Τραπεζούντος και όλες τις αρμόδιες αρχές για την έκδοση της σχετικής αδείας αλλά και για τη συνολική βοήθεια τους για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Πατριαρχικής ομιλίας:
«Πεποικιλμένη τη θεία δόξη η ιερά και ευκλεής, Παρθένε, μνήμη σου πάντας συνηγάγετο προς ευφροσύνην τους πιστούς».
Ιερώτατοι Αδελφοί Αρχιερείς και λοιποί ευλαβέστατοι κληρικοί,
Εντιμολογιώτατοι Άρχοντες οφφικιάλιοι,
Ευλογημένοι προσκυνηταί της Παναγίας του Πόντου,
Πεφιλημένα τέκνα εν Κυρίω,
Με την ιδίαν χαράν, με τον αυτόν παλμόν και την καρδιακήν συγκίνησιν, όπως και το 2010, όταν ετελέσθη εδώ διά πρώτην φοράν μετά το 1922 Θεία Λειτουργία ενταύθα, ήλθομεν και σήμερον, ταπεινός προσκυνητής της Χάριτος της Θεομήτορος. Με το βλέμμα εστραμμένον εις το μεγαλείον Της, ανήλθομεν την κλίμακα Εκείνης, η οποία εγένετο κλίμαξ διά να κατέλθη και να σαρκωθή επί γης ο υψηλός Θεός.
Συγκινεί μεγάλως τας καρδίας των απανταχού Ρωμηών η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το Πάσχα του καλοκαιριού! Πουθενά αλλού δεν θα δη κανείς τον Χριστώνυμον λαόν ευφραινόμενον εν χορδαίς και οργάνοις μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας του Δεκαπενταυγούστου πέριξ του σκηνώματος της Θεοτόκου παρά μόνον εις το Ρωμαίηκον. Και τούτο διότι η σχέσις της Ρωμηοσύνης με την Παναγίαν είναι σχέσις βαθύτατα εκκλησιαστική, είναι οντολογική, είναι καρδιακή, σχέσις τέκνων με τη μάνα τους. Μάνα διά τους Ρωμηούς η Θεοτόκος μας, και ο σύνδεσμος αυτός περνά από γενεάς εις γενεάν. Με αυτό το βίωμα ανέθρεψαν όλους ημάς οι γιαγιάδες και οι μανάδες μας. Με το όνομα της Παναγίας κοινωνούμε τις χαρές και τις λύπες μας, τους κινδύνους και τις ελπίδες μας.
Διά τον Ρωμηόν, το να ευφραίνεται επί τη Κοιμήσει της Θεοτόκου είναι ίσον με το να ανοίγη την θύραν της Βασιλείας των Ουρανών. Με την έξοδόν Της από τα εγκόσμια μας υποδέχεται πλέον εισοδεύουσα την σωτηρίαν μας εις τα επουράνια. Αποτίει και αυτή το κοινόν του βίου χρέος, αποθνήσκει, όμως ο Υιός Της δεν επιτρέπει την φθοράν να αγγίξη το σώμα, το οποίον Του εδάνεισε σάρκα και αίμα. Διά τούτο η Ρωμηοσύνη μας απ΄άκρου εις άκρον της οικουμένης χαίρεται και σκιρτά σήμερον. Οικείος διά το Ρωμαίηκον ο θάνατος. Ιδίως μετά τον θάνατον της την αθανασίαν κυοφορησάσης, έγινε ένας ύπνος γλυκύς, «ύπνος το πράγμα γέγονεν», όπως λέγει και ο Ιερός Χρυσόστομος. Φοβερά βεβαίως παραμένει η στιγμή της αρπαγής της ζωής, όμως διά τους πιστεύοντας εις Χριστόν ο θάνατος υποχωρεί και μεταβάλλεται εις κοίμησιν άχρι της Δευτέρας Αυτού Παρουσίας. Οικείος διά το Ρωμαίηκον ο θάνατος. Συνυφασμένα τα τέκνα του μαζύ του. Αγαπούν την ζωήν, όμως δεν διστάζουν να την προσφέρουν για αθάνατα ιδανικά. Δεν κρατιούνται πεισματικά εκ των προσκαίρων, αλλά χαίρονται παν εκ Θεού δωρούμενον, έχοντα ως προορισμόν εκείνα τα δίχως τέλος αγαθά της αγαθωσύνης Του. Οικείος διά το Ρωμαίηκον ο θάνατος. Εις την ανδρείαν, εις την μεγαλοκαρδίαν, εις τον υψηλόν πολιτισμόν μας, εις τα ιερά και τα όσιά μας «θάνατος ουκέτι κυριεύει». Κοίμησις και γαρ η εν Χριστώ μεταμόρφωσις και εξέλιξίς του.
Όλα αυτά έχουν άμεσον σχέσιν και συνάφειαν με την παρουσίαν της ημών Μετριότητος σήμερον ενταύθα. Εμφανέστατος ο συμβολισμός. Ήλθομεν από την Πόλιν της Θεοτόκου εις το εδώ Παλλάδιόν Της. Από την Βασιλεύουσαν εις το Βασιλομονάστηρον. Από την Κωνσταντινούπολιν εις τα της Ποντικής διοικήσεως εδάφη. Ο Κωνσταντινουπόλεως εις μίαν ευκλεή Κωνσταντινουπολίτιδα ολκάδα. Ο Πατριάρχης εις μίαν των πλέον ιστορικών Πατριαρχικών του Μονών. Και είναι φυσικόν να είμεθα και να επιθυμούμε να είμεθα εδώ αυτοπροσώπως, λειτουργός μίαν τέτοιαν ημέραν, καθώς ημείς είμεθα ο κανονικός Επίσκοπος και αυτού του καθιδρύματος, το οποίον ετιμήθη διά Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής αξίας υπό των αοιδίμων Προκατόχων ημών.
Έκαστον, εξ άλλου, προσκύνημα, εκάστη Ιεραποδημία μας εις τον Πόντον εντάσσεται εις το πλαίσιον της ποιμαντικής φροντίδος και μερίμνης ημών υπέρ της κληροδοτηθείσης τω Θρόνω της Κωνσταντινουπόλεως αμέσου δικαιοδοσίας. Διά τούτο και η Θεοτοκούπολις ημών περιβάλλει διαχρονικώς με τόσην στοργήν και προσοχήν τούτον τον Θεομητορικόν οίκον και δι΄αυτού και μέσω αυτού φυλάσσει επ΄εσχάτων την μνήμην των εντεύθεν εκπατρισθέντων τέκνων της.
Ερχόμεθα και επανερχόμεθα εδώ, εις του Μελά το όρος το άγιον, διά να πανηγυρίσωμεν την Κοίμησιν της Θεοτόκου μαζύ με όλους τους επ΄ελπίδι αναστάσεως κοιμηθέντας Πατέρας μας. Ερχόμεθα διά να κομίσωμεν εις αυτούς μήνυμα ζωής. Ερχόμεθα διά να αγγίξωμεν τα έργα των χειρών των, να τρισαγίσωμεν τα γυμνά οστέα και να απλώσωμεν Πνεύμα Άγιον επί πάσαν σάρκα. Ερχόμεθα διά να αναβαπτισθώμεν εις τον Πυξίτην ποταμόν της ιστορίας του πολιτισμού και των καρδιών μας. Διά να ανανεώσωμεν τους δεσμούς μας με το παρελθόν και διά να προσευχηθώμεν διά τα ερχόμενα. Διά να μνημονεύσωμεν τα ονόματά των. Να ρίψωμε τα πρόσωπά των εις το Σώμα και το Αίμα Του, εις την προσκομιδήν, να τους πούμε: «Ανέστη Χριστός, Πατέρες τίμιοι, ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς εν τω μνήματι».
Ερχόμεθα εις τον Πόντον τον ευάγριον, εις την σεμνήν Αρχόντισσα Καππαδοκίαν, εις την κοσμοπολίτισσαν Μικρασίαν, εις την απλήν, ευλαβή καγαθήν Ανατολικήν Θράκην διά λόγους πίστεως και Γένους. Και είναι η πίστις μας πραεία, ειρηναία, κάρφος ελαίας έχουσα επί του στόματος, καταλλαγής σύμβολον προς τον τετραπέρατον κόσμον, ενώ το Γένος μας, πολλά παθόν και εις κατακλυσμόν πολλάκις ευρεθέν, ως Κιβωτόν έχει αυτήν την των Ορθοδόξων πίστιν, με την οποίαν εταυτίσθη κατά τρόπον απόλυτον και αρραγή. Και λοιπόν, ερχόμεθα διά λόγους πίστεως και Γένους προς εκείνους οι οποίοι μας εδίδαξαν και μας μετέδωκαν αυτά τα άγια των αγίων, ώστε να τους πούμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» δι΄αυτό το οποίον είμεθα, να ανάψωμε κερί εις την μνήμην των, να ευχηθώμεν διά την ανάπαυσιν των ψυχών των και διά να υποσχεθώμεν ότι εν ταίς καρδίαις ημών η μνήμη των θα είναι διηνεκής και άληστος.
Αυτή η αγάπη και η τιμή προς τους προπάτορας ημών επιστρέφει προς ημάς και τιμά τους τιμώντας και χαρακτηρίζει το ήθος και τον τρόπον της Ρωμηοσύνης μας. Αυτήν την αγάπην και την τιμήν προς την Ρωμηοσύνην του Πόντου είδομεν από μακρού, εκ νεότητος αυτού, εις το πρόσωπον του αδοκήτως το ζην εκμετρήσαντος πολυφιλήτου Μητροπολίτου Δράμας Παύλου, του μελωδικωτάτου ανθρωπίνου κεμεντζέ της ποντιακής ευλαβείας. Η φωνή του αδελφού Παύλου επετάζετο συχνάκις επί της Τραπεζούντος, εσκέπαζε την Θεοτοκοσκέπαστον, εσκίαζε τα ευσκιόφυλλα έλατα της γενετείρας των προγόνων του, εγίνετο σκληρά υπέρ τας πέτρας του Μελά, οσάκις ημφεσβητούντο αι ευθύναι του Θρόνου μας και ότε ηλλοιούτο το μεγαλείον του Γένους μας. Ο μακαριστός Παύλος ηγάπησε καθ΄υπερβολήν την Εκκλησίαν και την Ρωμηοσύνην, εάν υπάρχη υπερβολή εις την αγάπησίν των. Διά τούτο, αξία και δικαία η ενθύμησίς του, οσάκις ο λόγος περί Πόντου, περί Μεγάλης Εκκλησίας, περί Φαναρίου, περί Ρωμαίηκου, και διά τούτο τον μνημονεύομεν εξαιρέτως σήμερον εδώ και ευχόμεθα ο Χριστός μας να τον αναπαύη και να χαρίζη εις την εποχήν μας νέους κληρικούς με τον αυτόν ζήλον και το ίδιον φρόνημα τιμής και σεβασμού προς τους πατέρας και προς την εκτρέφουσαν ημάς πάντας Κωνσταντινουπολίτιδα Εκκλησίαν.
Αδελφοί και τέκνα,
Η γη του μεγαλωνύμου Πόντου, ενδεδυμένη σήμερον χιτώνα πνευματικής αγαλλιάσεως, πανηγυρίζει ως αρμόζει την Μετάστασιν της Υπεραγίας Θεοτόκου. Είναι αλλιώς να ψάλλη κανείς «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη» εις τα σιωπηλά θυσιαστήρια της καθ΄ημάς Ανατολής, εξαιρέτως δε εδώ, εις την αγίαν και δακρυότιμον αυτήν Μάνδραν, και είναι αλλιώς, διότι αυτή η σιωπή των διαλαλεί τόσο δυνατά ότι «Χριστός Ανέστη!».
Όντως: «Χριστός Ανέστη», μακάριοι Κτήτορες και μονασταί, «Χριστός Ανέστη» πλήθος των πάλαι πανηγυριστών, «Χριστός Ανέστη» αείμνηστοι πατέρες και αδελφοί! Συ δε, φιλτάτη Ρωμηοσύνη, βάστα γερά το μαφόρι της Παναγιάς μας, και ακολούθα τα βήματά Της εις το Πραιτώριον, εις το μαρτύριον, εις τον Σταυρόν, εις την Αποκαθήλωσιν και τον Τάφον. Πριν καν να ξημερώση η καινή ημέρα, «Αγνή Παρθένε, Χαίρε» θα ακούσης μαζύ της, «ο σος Υιός Ανέστη τριήμερος εκ Τάφου» και συ, και συ γλυκιά μας Ρωμηοσύνη μαζύ Του, μαζί με τον Αναστάντα Χριστός.!
Κατακλείοντας, εκφράζουμε θερμές ευχαριστίες προς την Διοίκησιν και το τεχνικός προσωπικόν του Τηλεοπτικού Σταθμού MEGA που εκάλυψε και μετέδωσε την σημερινή θεία λειτουργία μας, προς μεγάλην χαράν, συγκίνησιν και ικανοποίησιν των απανταχού της γης Ποντίων αδελφών μας – και όχι μόνον.
Χρόνια πολλά και ευλογημένα εις όλους!
Πατριαρχική χοροστασία στον εσπερινό της παραμονής της εορτής
Την παραμονή ο Παναγιώτατος χοροστάτησε κατά τον Μ. Εσπερινό που τελέστηκε στον ΡΚαθολικό Ναό της Παναγίας Τραπεζούντος, ύστερα από την ευγενική παραχώρησή του από τον Ιερατικώς Προϊστάμενό του, Οσιώτ. π. Carmine. Ήταν η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που τελέστηκε ο εσπερινός της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τραπεζούντα.
Tον Παναγιώτατο προσφώνησε με θερμούς λόγους ο ΡΚαθολικός Προϊστάμενος του Ναού π. Carmine Donici και ακολούθησε ομιλία του Παναγιωτάτου στην ελληνική και τουρκική γλώσσα.