|
Τα «Απολυμαντήρια» Καλαμαριάς, τόπος Ιστορικής Μνήμης |
του Νίκου Ασλανίδη
Μπορεί η λέξη «καραντίνα» να μπήκε πρόσφατα στο καθημερινό μας λεξιλόγιο και να έκανε τη ζωή μας δύσκολη, πριν από έναν αιώνα όμως η ίδια λέξη είχε συνδεθεί με μία περιοχή της Καλαμαριάς, το Καραμπουρνάκι και σημάδεψε τις ζωές 335.000 ανθρώπων.
Η «Kαραντίνα» ή τα «Απολυμαντήρια» ήταν η περιοχή που εκτείνεται σήμερα η μαρίνα της Αρετσούς μέχρι το Κυβερνείο («Παλατάκι»). Εκεί μεταφέρθηκαν με πλοία από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία οι Έλληνες πρόσφυγες και βίωσαν το τραγικό καθεστώς της «υποδοχής» και της «φιλοξενίας».
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της εποχής από την «Καραντίνα» του Καραμπουρνού, πέρασαν 260.000 ψυχές από τον Πόντο, 50.000 από τον Καύκασο και 25.000 από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Από αυτούς 22.000 άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή...
Οι εγκαταστάσεις παρέμειναν στη θέση τους μέχρι τη δεκαετία του ’60, οπότε γκρεμίστηκαν για να δημιουργηθεί η πλαζ του ΕΟΤ.
Μία από τις τελευταίες χρήσεις των «Απολυμαντηρίων» ήταν το καλοκαίρι του 1942, όταν οι ναζί απολύμαναν 45.000 Εβραίους της Θεσσαλονίκης πριν τους στείλουν στα στρατόπεδα εξόντωσης του Άουσβιτς.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια να ανακηρυχθεί η περιοχή σε τόπο Ιστορικής Μνήμης και να στηθεί ένα μνημείο για να θυμίζει στις επόμενες γενιές τι έγινε στην «Καραντίνα» του Καραμπουρνού. Πρωταγωνιστής αυτής της προσπάθειας είναι ο δικηγόρος Μανόλης Λαμτζίδης, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης. Από το 2019 συμμετέχει ως αντιπρόεδρος στο Περιφερειακό Συμβούλιο Κεντρικής Μακεδονίας και με μία ομάδα συνεργατών αναδεικνύει το ζήτημα της ανακήρυξης του χώρου των «Απολυμαντηρίων Καλαμαριάς» ως τόπου Ιστορικής Μνήμης, αίτημα που έγινε αποδεκτό από την προηγούμενη και τη σημερινή κυβέρνηση.
Από που κατάγεται η οικογένεια σας;
Ο πατέρας της μητέρας μου καταγόταν από το Κούμπαο της Ραιδεστού, την Ανατολική Θράκη. Η οικογένεια του πατέρα μου από τον Πόντο, το Ερζινγκιάν, την Αργυρούπολη και την Τραπεζούντα και αποβιβάστηκε στα «Απολυμαντήρια» της Καλαμαριάς μαζί με εκατοντάδες άλλους πρόσφυγες.
Τι μνήμες έχετε από τα «Απολυμαντήρια» της Καλαμαριάς; Προλάβατε τις εγκαταστάσεις;
Προσωπικά δεν έχω μνήμες. Αλλά και μέχρι να διαβάσω το βιβλίο της θείας μου Ουρανίας Λαμψίδου (Λαμτζίδου) «Αυτοβιογραφία του πατέρα μου», είχα μία πολύ αμυδρή εικόνα και ισχνή πληροφόρηση για τις καταστάσεις της εποχής εκείνης. Το βιβλίο αναφέρεται στον αδελφό του παππού μου Γεώργιο Λαμψίδη (Λαμτζίδη), ο οποίος στο βιβλίο αφηγείται με παραστατικό τρόπο καταστάσεις από τα «Απολυμαντήρια» ή«Λοιμοκαθαρτήρια» της Καλαμαριάς. Η ανάγνωση του βιβλίου σε συνδυασμό με συναφείς δράσεις ποντιακών συλλόγων στην Καλαμαριά, μου κέντρισαν το ενδιαφέρον και γέννησαν την ιδέα για «αποκατάσταση» της μνήμης των χιλιάδων προσφύγων που «γεύτηκαν» τη φιλοξενία στα «Απολυμαντήρια»
Έλεγε λοιπόν ο Γ. Λαμψίδης: «Το ύψωμα αυτό της Καλαμαριάς ήταν απομονωμένο από τη Θεσσαλονίκη με αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Η φήμη των ‘χολεριασμένων’ δεν άφηνε τους Θεσσαλονικείς να ανέβουν τον μικρό ανήφορο, έστω από περιέργεια. Η ζωή στο συρματοπλεγμένο τόπο ήταν μαρτυρική, βασανιστική και παρόλο που κράτησε μόνο επτά μήνες, μας στιγμάτισε για πάντα. Στο εσωτερικό τους οι θάλαμοι ήταν χωρισμένοι «κατά οικογένεια». Κουβέρτες, κιλίμια, τσουβάλια και ό,τι άλλο υπήρχε πρόχειρο χώριζαν τη μία οικογένεια από την άλλη. Τη νύχτα τα ποντίκια περπατούσαν επάνω μας, έγλειφαν τα πρόσωπά μας, πεταγόμασταν από τον ύπνο και τα κυνηγούσαμε. Σε κάθε θάλαμο άκουγες ιστορίες προσωπικής φρίκης, οι περισσότεροι είχαν χάσει συγγενείς ή φίλους και παρηγορούσαν ή τιμωρούσαν τους εαυτούς τους με τις αναμνήσεις τους.
Ο Σωκράτης, το ‘στερνοπούλι’ της οικογένειας, σφάδαζε από τους πόνους όλη τη νύχτα και μαζί του ξενυχτούσαμε όλοι. ‘Λίγο κιχ, λίγο κιχ’, έλεγε κάθε τόσο και εννοούσε το κρέας. Η μητέρα έκλαιγε, όπως κι εγώ. Ο πατέρας έμενε σιωπηλός, όπως σιωπηλά έμεναν και τα άλλα αδέλφια μου (ανάμεσα σε αυτά και ο παππούς μου Κωνσταντίνος).
Η μητέρα τον τύλιξε σε μία κουβέρτα και εγώ κρατούσα σφιχτά την άκρη του φουστανιού της. Προχωρήσαμε προς το νεκροδωμάτιο και όταν φτάσαμε στην πόρτα σπρώξαμε, αλλά δεν άνοιξε εύκολα. Καταφέραμε να τη μισανοίξουμε και είδαμε αμέτρητους νεκρούς, στοιβαγμένους, που είχαν φράξει την είσοδο. Εναποθέσαμε τον Σωκράτη πάνω στις σορούς, κλείσαμε την πόρτα και γυρίσαμε στο θάλαμο. Δε μάθαμε ποτέ πού θάφτηκε ο Σωκράτης, όπως και οι τόσοι άλλοι νεκροί. Οι θάλαμοι της Καλαμαριάς με κυνηγούν σαν τραύμα ανεπούλωτο, μου ταράζουν τη γαλήνη, καρφωμένοι στο μυαλό μου… Δεν τόλμησα να ανεβώ από τότε στο ύψωμα της Καλαμαριάς και παρόλο που τώρα πια είναι αγνώριστη και πυκνοκατοικημένη, φοβάμαι πάντα ότι θα αντικρίσω τα συρματοπλέγματα, τους άγριους σκοπούς, το νεκροδωμάτιο όπου εναποθέσαμε τον Σωκράτη, τη μάνα μου, που έκλαιγε ήσυχα και αρχοντικά το στερνοπούλι της…».
Η αφήγηση αυτή ήταν το έναυσμα και η «πρώτη ύλη» μου για τις δράσεις που ακολούθησαν.
Οι παππούδες σας και οι παλιοί πρόσφυγες της Καλαμαριάς τι σας έλεγαν για την άφιξη τους στην Ελλάδα; Τι προβλήματα αντιμετώπισαν το πρώτο διάστημα;
Οι συνθήκες άφιξης και «φιλοξενίας» τους ήταν τραυματικές. Κράτησαν αυτό το τραύμα μέσα τους σαν καλά κρυμμένο μυστικό. Δεν έλεγαν τίποτε, παρά μόνο όταν τους το ζητούσαν ιστορικοί ή μελετητές. Γενικά, απόφευγαν να μιλήσουν για εκείνη την περίοδο μπροστά στα παιδιά και τα εγγόνια τους…
Πώς τους αντιμετώπισαν οι γηγενείς;
Οι ντόπιοι τους αντιμετώπιζαν σαν «χολεριασμένους», φορείς μετάδοσης λοιμωδών ασθενειών και ζούσαν σε πλήρη απομόνωση με μόνη επαφή με τον «έξω κόσμο» μέσω των φρουρών του στρατοπέδου. Στερούνταν κανονικής τροφής, νοσηλευτικής και ιατρικής περίθαλψης. Ακόμα και τις σορούς των νεκρών από τις ασθένειες και τις κακουχίες δεν προλάβαιναν να τις θάψουν. Τις τοποθετούσαν σε νεκροθαλάμους ή σε λάκκους ομαδικής ταφής. Αναφέρεται περίπτωση ενός νεαρού ατόμου που θάφτηκε ζωντανό μέσα σε ένα μεγάλο λάκκο, ενώ η μητέρα του σπάραζε ορμώντας να το ανασύρει έξω από το σωρό. Την τράβηξαν έξω οι παρευρισκόμενοι. Το παιδί της θάφτηκε ζωντανό!
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την ανάδειξη των απολυμαντηρίων ως τόπου Ιστορικής Μνήμης;
Με βάση όσα ανέφερα, ως ενεργός πολίτης, γόνος προσφύγων και στέλεχος της αυτοδιοίκησης άλλοτε στην Καλαμαριά και τώρα στην Περιφερειακή αυτοδιοίκηση, θεώρησα ότι είχα καθήκον και υποχρέωση να πείσω τους συμπολίτες μας και την πολιτεία να αποτίσουν φόρο τιμής στους χιλιάδες ταλαιπωρημένους και θανατωμένους στο χώρο εκείνο, επιδιώκοντας να ανακηρυχθεί το σημείο εκείνο ως «τόπος Ιστορικής Μνήμης» με την ανέγερση ενός μνημείου σε αυτόν, ή ακόμα και ενός μουσείου.
Το προσφορότερο μέρος σήμερα είναι το τμήμα της παραλίας ανάμεσα στο «Παλατάκι» και την «Πλαζ Αρετσούς». Η αλήθεια είναι ότι με είχαν συγκλονίσει και οι στίχοι ενός Ποντιακού Καρσλίδικου τραγουδιού:
«…Και τσολ κι έρημον Καραμπουρούν και τριγύλ-τριγύλ ταφεία και ν’ ανοίξτε και τερέστιατα, όλια Κ(Γ)αρσί παιδία.
Και σαράντα μέρες πρόσφυγοι εκεί είχαν καραντίνα τα λείψανα ασό παπόρ’ ση θάλασσαν εσύρναν...».
Τι έχετε καταφέρει μέχρι τώρα;
Ξεκινήσαμε σχεδόν από το μηδέν. Εγγράψαμε στην ημερήσια διάταξη όλων των φορέων της δημόσιας ζωής (κυβέρνηση, Περιφέρεια, δήμος Καλαμαριάς) με τρόπο οριστικό και ανέκκλητο το ζήτημα αυτό. Και η προηγούμενη και η σημερινή κυβέρνηση αποδέχθηκαν την ορθότητα του αιτήματος. Δεν είναι τυχαίο που το μέρος ως τέτοιο χαρακτηρίστηκε με απόφαση του προηγούμενου πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Το αίτημα της επιτροπής πρωτοβουλίας συζητήθηκε και έγινε πανηγυρικά δεκτό σε δύο συσκέψεις στο Διοικητήριο παρουσία του εκπροσώπου της σημερινής κυβέρνησης υφυπουργού Μακεδονίας-Θράκης Θ. Καράογλου και εκπροσώπων της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
Στις 19 Ιουνίου 2019 πραγματοποιήσαμε μία απόλυτα ποιοτικά και ποσοτικά επιτυχημένη ανοιχτή εκδήλωση στην πλαζ της Αρετσούς. Συγκροτήθηκε για το σκοπό αυτό μία οργανωτική επιτροπή αποτελούμενη από Καλαμαριώτες (Μικρασιάτες και Πόντιους).
Μέσα στις πρώτες ενέργειές της ήταν να αποσταλεί πρόσκληση για συμμετοχή και συνδρομή στην προσπάθεια σε όλους τους φορείς και τις συλλογικότητες και στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, που ανταποκρίθηκε άμεσα αποστέλλοντας ως εντεταλμένο εκπρόσωπό του τον Μητροπολίτη Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς Ιουστίνο, ο οποίος μετέφερε ότι τάσσεται στο πλευρό της επιτροπής για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού. Παράλληλα δημιουργήθηκε μία ομάδα στο facebook με τίτλο «Απολυμαντήρια Καλαμαριάς-Τόπος Ιστορικής Μνήμης», η οποία σήμερα αριθμεί 1200 μέλη!
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν περίπου 150 άτομα ενώ παρείχαν ενεργή στήριξη δύο τοπικοί σύλλογοι, η «Μπουμπουλίνα» και η «Αδελφότης Κρωμναίων Καλαμαριάς».
Παραβρέθηκαν δημοτικοί σύμβουλοι του δήμου Καλαμαριάς και εκπροσωπήθηκαν από τους επικεφαλής τους προέδρους τους, ή μέλη του δ.σ. περισσότεροι από 35 σύλλογοι, σωματεία η δευτεροβάθμιες ενώσεις. Χαιρέτισαν ο ομότιμος καθηγητής Κωνσταντίνος Φωτιάδης , ο συγγραφέας του σεναρίου της τηλεοπτικής σειράς «Κόκκινο Ποτάμι» Χάρης Τσιρκινίδης, ο Ανδρέας Ανδρεάδης, γιος του αείμνηστου συγγραφέα Γιώργου Ανδρεάδη και ο Νίκος Κωνταντινίδης, εκπαιδευτικός-συγγραφέας. Χαιρετισμούς έστειλαν ο καθηγητής Βλάσης Αγτζίδης, η Ουρανία Λαμψίδου, κόρη του Γ. Λαμψίδη, συγγραφέα του «Τοπάλ Οσμάν»), ο επίκουρος καθηγητής Κυριάκος Χατζηκυριακίδης, ο πρώην βουλευτήςΤριαντάφυλλος Μηταφίδης, πρόεδρος ΕΔΙΑ ΚΜ 1967-1974 καθώς και άλλοι εκπρόσωποι φορέων. Μέσω των δημοσιευμάτων και της συστηματικής αρθρογραφίας ευαισθητοποιήθηκε το σύνολο της ελληνικής κοινής γνώμης για το αίτημα αυτό, ενώ επιτεύχθηκε γύρω από το στόχο και η αρμονική συνεργασία και σύγκλιση όλων των οργανώσεων του προσφυγικού ελληνισμού χωρίς διακρίσεις και ανιστόρητες αντιθέσεις π.χ. μεταξύ Ποντίων και Μικρασιατών.
Ποιοι είναι οι στόχοι σας;
Τώρα πλέον ο στόχος είναι ένας: Η υλοποίηση της εξαγγελίας των δύο τελευταίων κυβερνήσεων για ανακήρυξη τμήματος της παραλίας της Καλαμαριάς ως «Τόπου Ιστορικής Μνήμης» με την ανέγερση ενός μνημείου μέσα σε αυτόν, στη μνήμη των 355.000 προσφύγων, που από το 1916-1924 «φιλοξενήθηκαν» εκεί, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 22.000 άτομα κυρίως παιδιά και ηλικιωμένοι. Ο τόπος προσφυώς έχει χαρακτηριστεί από τον καθηγητή Κ. Φωτιάδη ως «προσφυγοθανείο».
Ο σκοπός είναι να συντηρήσουμε την εθνική συλλογική ιστορική μνήμη, να αναδείξουμε το ρόλο του προσφυγικού ελληνισμού, που σε συνθήκες «εποποιίας» αφομοιώθηκε και συνεισέφερε στην ελληνική κοινωνία. Ακόμα να μη λησμονήσουμε ποτέ ότι «ο πόλεμος γεννάει την προσφυγιά», επομένως αν δεν θέλουμε να ζούμε παρόμοιες καταστάσεις, οφείλουμε να εργαζόμαστε αδιάκοπα για την ειρήνη. Φυσικά, δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις συγκρίσεις με σημερινές καταστάσεις συνανθρώπων μας, που ήρθαν με το φόβο για τη ζωή και την ελευθερία τους στη χώρα μας. Ας μην λησμονούμε τη διαχρονική αξία των στίχων ενός ποιήματος της Κενυάτισσας Ουαρσάν Σάιρ: «Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του, εκτός αν η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία»…
Το 2022 συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ανταλλαγή των πληθυσμών. Κατά την άποψη σας τι θα πρέπει να γίνει από την ελληνική πολιτεία αλλά και από τους προσφυγικούς συλλόγους;
Το ελάχιστο που έχει να κάνει η πολιτεία, είναι να επισπεύσει την υλοποίηση των πιο πάνω στόχων και να εισάγει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως διδακτέα ύλη το δράμα του προσφυγικού ελληνισμού. Στις εκπαιδευτικές μονάδες στα όρια του δήμου Καλαμαριάς να οργανωθούν διαλέξεις με θέμα τα «Απολυμαντήρια Καλαμαριάς», ώστε όλα αυτά τα τραγικά γεγονότα να γίνουν κτήμα των νέων ατόμων, ως φορέων διατήρησης της συλλογικής μας μνήμης.