Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Τα «στρατόπεδα εκπαίδευσης των τρομοκρατών» στην εθνικιστική ρητορική της Άγκυρας

του Βλάση Αγτζίδη*

Η προσπάθεια των τουρκικών κυβερνήσεων να ακυρώσουν τα αιτήματα για δημοκρατία και ισοπολιτεία όλων των εθνικών ομάδων που ζουν στη χώρα, μαζί με την αδυναμία να αντιμετωπίσουν την αντιβία των θυμάτων τους, έχει οδηγήσει εδώ και περίπου μία 20ετία σε προσπάθεια δαιμονοποίησης της αντίστασης και καταφυγής σε συνωμοσιολογικές ερμηνείες.

Με τη φιλολογία περί «ξένου δάχτυλου που επιδιώκει το διαμελισμό της χώρας» προσπαθεί να συντηρήσει την ανασφάλεια των πολιτών της Τουρκίας και να επενδύσει στα εντέχνως καλλιεργούμενα εθνικιστικά τους συναισθήματα. Ειδικά η Ελλάδα υπήρξε η εύκολη διέξοδος των εσωτερικών προβλημάτων, κυρίως την εποχή που η εξουσία ασκούνταν από την εθνικιστική κεμαλική ηγεσία.

Φαίνεται οι ισλαμιστές και οι εθνικιστές έχουν βρει κάποιους κοινούς τόπους έκφρασης, παρ' όλη την αρχική προσπάθεια των ισλαμιστών να αλλάξουν την αυταρχική εσωτερική πολιτική και τις κύριες γραμμές που θέσπισε ο κεμαλισμός από την εποχή που διέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και στα συντρίμμια της ίδρυσε τη σύγχρονη Τουρκία.

Η επίκληση της ύπαρξης «στρατοπέδων εκπαίδευσης» στην Ελλάδα είχε βρεθεί κυριολεκτικά στις δόξες της κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '90. Με αφορμή την παρουσία στην Ελλάδα μιας μικρής ομάδας από τους ελληνόφωνους μουσουλμάνους του σύγχρονου Πόντου, της ανάπτυξης ενός πολιτικού ποντιακού κινήματος -που τότε φαινόταν ότι θα είχε μεγάλη δυναμική παρουσία- και κυρίως λόγω της ύπαρξης μεγάλων ελληνόφωνων πληθυσμών στη βόρεια Τουρκία, προσπάθησε να ενοχοποιήσει τόσο την πολιτική μνήμης όσο και τις διαδικασίες που οδηγούσαν στην απόκτηση αυτοσυνείδησης των ελληνόφωνων πληθυσμών.

Οι εθνικιστές της Αγκυρας και το βαθύ κράτος εκμεταλλεύτηκαν με τον καλύτερο τρόπο την αφέλεια διαφόρων περιθωριακών ελλαδικών ποντιακών ομάδων, καθώς και την απαράδεκτη δράση υπηρεσιακών παραγόντων του ελληνικού προξενείου της Σμύρνης. Δημιούργησαν αφ' ενός έναν τρομοκρατικο-δολοφονικό μηχανισμό Γκρίζων Λύκων στις πόλεις του Πόντου (Τραπεζούντα, Κερασούντα, Σαμψούντα) και αφ' ετέρου υποστήριξαν δημοσίως ότι στην Αττική υπάρχουν «στρατόπεδα εκπαίδευσης» Ποντίων κατά της Τουρκίας. Κάτι που, βεβαίως, ήταν απόλυτο ψέμα! Ομως αρκούσε η τουρκική αυτή προβοκάτσια για να τρομοκρατηθεί η ιδεολογικά αδύναμη κυβέρνηση Σημίτη-Παπανδρέου. Ετσι, θα λάβει κατασταλτικά μέτρα κατά της πλέον αδύναμης και αθώας ομάδας: αυτής των ελληνοφώνων που είχαν έρθει στην Ελλάδα, είτε για λόγους σπουδών είτε για εξεύρεση εργασίας.

«Ergenekon» και Πόντιοι

Το Ποντιακό στην Τουρκία θα βρεθεί στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών, του στρατού και των παρακρατικών οργανώσεων όπως η «Ergenekon». Από το 1997 άρχισαν οι τουρκικές εφημερίδες να μιλούν για την «ποντιακή απειλή» συνδέοντάς την με τις κουρδικές δραστηριότητες. Πρώτη φορά το 2000 θα παρουσιαστεί σε έκθεση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, όπου θα γίνεται λόγος για «έντονες δραστηριότητες της Ελλάδας» γύρω από το ποντιακό ζήτημα.

Το 2002 θα αναδειχθεί ως ύψιστο ζήτημα εσωτερικής ασφάλειας από τον στρατιωτικό διοικητή Κερασούντας, έναν ταξίαρχο ο οποίος έθεσε θέμα «μυστικών σχεδίων περί Πόντου», ενώ ο υπουργός Δικαιοσύνης έκανε απειλητικές δηλώσεις για όσους «ονειρεύονται ποντιακό κράτος». Θα ξεκινήσουν παράλληλα και οι διώξεις κατά των Ποντίων της Τουρκίας που διατηρούσαν σχέσεις με την Ελλάδα. Η σύλληψη του Fethi Giultepe, φοιτητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, η κράτησή του για μήνες σε τουρκική φυλακή και τα βασανιστήρια που υπέστη θα προκαλέσουν ένα μικρό κίνημα αλληλεγγύης. Το 2004 θα παρουσιαστεί στην έκθεση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, που είχε θεσπίσει ο στρατός ως το ανώτατο συμβουλευτικό όργανο του τουρκικού κράτους, ως το δεύτερο κατά σπουδαιότητα πρόβλημα εσωτερικής ασφάλειας μετά το Κουρδικό.

Η αναβάθμιση αυτή του «ποντιακού κινδύνου» θα συνδυαστεί με την έκδοση πλήθους εθνικιστικών βιβλίων που βασίζονταν είτε στις σχετικές εκτεταμένες αναφορές του Κεμάλ Ατατούρκ, που συμπεριλαμβάνονται στο «Notuk» (Λόγος), είτε στο φάκελο με τίτλο «Pontus Meselesi» (Ποντιακό Ζήτημα), που είχε ετοιμάσει το 1922 η γενική διεύθυνση Τύπου και Πληροφοριών της κυβέρνησης της Αγκυρας για προπαγανδιστική χρήση στο εξωτερικό.

* ιστορικού, που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συγγραφή της Ιστορίας των Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο