Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

Μια αποκαλυπτική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, μέσα από τον Κεμαλικό στρατό

Μια αποκαλυπτική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, μέσα από τον Κεμαλικό στρατό
Μια αποκαλυπτική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, μέσα από τον Κεμαλικό στρατό 

του Νίκου Ασλανίδη

Την ώρα που τα επεισόδια στον Έβρο συνεχίζονταν και ο κορονοϊός μάς περιόρισε στα σπίτια μας, άρχισα να διαβάζω ένα βιβλίο με τίτλο: Η Μικρασιατική Τραγωδία «υπ' αυτόπτου μάρτυρος».

Πρόκειται για ένα βιβλίο-ντοκουμέντο που κυκλοφόρησε πριν από χρόνια μαζί με την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία». Στηρίζεται στα χειρόγραφα που άφησε ένας Έλληνας αξιωματικός του κεμαλικού στρατού και την εισαγωγή έγραψε ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης. Το προλογίζει η εκπαιδευτικός Βίκυ Μουρατίδου (φωτ.), η οποία και ανακάλυψε τα χειρόγραφα.

Γιατί είναι τόσο σημαντικό το βιβλίο; Ίσως γιατί είναι το μοναδικό που αποκαλύπτει μέσα από τον κεμαλικό στρατό, πώς έγινε η γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας…

Ο Μιχαήλ Αγγέλου ήταν φαρμακοποιός και υπηρετούσε ως αξιωματικός στον κεμαλικό στρατό. Διετέλεσε βουλευτής στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας. Στρατολογήθηκε το 1921 ως μεταφορέας τραυματιών στον τουρκικό στρατό και κατέγραψε τα τραγικά γεγονότα, «ιδίοις όμμασι», όπως αναφέρει. Με ενέργειές του έσωσε 35.000 Έλληνες και τελικά μετέφερε στην Ελλάδα το υγειονομικό υλικό επτά νοσοκομείων και το παρέδωσε στον ελληνικό στρατό.

Μια αποκαλυπτική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, μέσα από τον Κεμαλικό στρατό

Η εκπαιδευτικός Βίκυ Μουρατίδου, που ανακάλυψε τα χειρόγραφά του, μας μίλησε για την έκδοση του βιβλίου-ντοκουμέντο.

Πώς ανακαλύψατε την ιστορία του Μιχαήλ Αγγέλου;

Συναντήθηκα τυχαία με τη σύζυγο του εγγονού του Μιχαήλ Αγγέλου. Σε συζήτηση μαζί της για μια προβολή ενός ντοκιμαντέρ που πραγματοποιήσαμε, στο πλαίσιο σχολικού προγράμματος με θέμα την αποκατάσταση των προσφύγων του 1922, μου εξέφρασε τη λύπη της που δεν γνώριζε για την εργασία αυτή, διότι θα μπορούσε να προσφέρει γραπτά κείμενα του Μιχαήλ Αγγέλου.

Με τη Συνθήκη της Λωζάνης ήρθαν στην Ελλάδα περίπου 1.650.000 Έλληνες πρόσφυγες. Γιατί η ιστορία του Μιχαήλ Αγγέλου είναι ξεχωριστή;

Καταρχάς ποτέ δεν θα μάθουμε τον ακριβή αριθμό των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Η μοναδική εκτίμηση της απογραφής του 1928 υπολείπεται κατά πολύ του πραγματικού αριθμού, γιατί καθ’ όλη τη δεκαετία του ‘20 η θνησιμότητα στους προσφυγικούς καταυλισμούς ήταν πολύ μεγάλη. Αντιστοιχούσε μία γέννηση σε τρεις θανάτους.

Η ευθύνη για την έλλειψη στοιχείων βαραίνει το ελληνικό κράτος, το οποίο δεν έλαβε την παραμικρή μέριμνα καταγραφής του ανθρώπινου κόστους εκείνης της περιόδου. Η ιστορία που αφηγείται ο Μιχαήλ Αγγέλου έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί αφορά την περιοχή της Βιθυνίας, απ’ όπου ξεκίνησε η β’ φάση της Γενοκτονίας κατά την κεμαλική περίοδο. Ο Μιχαήλ Αγγέλου είναι ο πρωταγωνιστής και συγγραφέας του αυτοβιογραφικού κειμένου. Ήταν γιος του Άγγελου Κιοσέογλου (ο οποίος άλλαξε το επώνυμό του από Κιοσέογλου σε Αγγέλου για να ξεχωρίζει από τους πολλούς συμφοιτητές του με το ίδιο επώνυμο) και της Αγλαΐας. Είχε αδελφό τον Δημήτρη, ο οποίος παντρεύτηκε και έζησε στη Δαμασκό, και αδελφές την Ελένη, την Κατίνα και την Δέσποινα. Γεννήθηκε στα Κιουπλιά της Βιθυνίας το 1882.

Σπούδασε φαρμακευτική στην Κωνσταντινούπολη και άνοιξε φαρμακείο στα Κιουπλιά. Διετέλεσε βουλευτής στην Τούρκικη Εθνοσυνέλευση Άγκυρας. Παντρεύτηκε την Αργυρώ Γούναρη και απέκτησε δύο παιδιά, τον Άγγελο και τον Θεόφιλο. Στρατολογήθηκε το 1921 ως μεταφορέας τραυματιών στον κεμαλικό στρατό, έζησε και κατέγραψε τα γεγονότα που διαδραματίζονταν την περίοδο αυτή σε εκείνη την περιοχή, «ιδίοις όμμασι», όπως συχνά αναφέρει στο κείμενό του. Με ενέργειές του έσωσε 35.000 Έλληνες και 160 Αρμένιους. Όταν έμαθε ότι ο κεμαλικός στρατός θα έκαιγε το χωριό του, ειδοποίησε τους δικούς του και τους συγχωριανούς του να εγκαταλείψουν το χωριό τους, ενώ ο ίδιος μετέφερε για την Ελλάδα το υγειονομικό υλικό επτά νοσοκομείων, που ήταν φορτωμένο σε βαγόνια. Επειδή δεν υπήρχε πλοίο για τη μεταφορά ανθρώπων και υγειονομικού υλικού, ο θείος της γυναίκας του, ο Γούναρης (φίλος του Μποδοσάκη), έμπορος στο επάγγελμα, αγόρασε ένα πλοίο με το οποίο από το λιμάνι της Σμύρνης, μετέφερε τις ανθρώπινες ψυχές και το υγειονομικό υλικό στην Ελλάδα, το οποίο και παρέδωσε στο Γ' Σώμα Στρατού.

Η τουρκική κυβέρνηση επικήρυξε 300 άτομα -μεταξύ αυτών και τον Μιχαήλ Αγγέλου- για έσχατη προδοσία. Ο λόγος, λοιπόν, που δεν επέτρεψε να δημοσιευτούν τα κείμενά του πριν από το θάνατό του ήταν ότι δεν θα μπορούσε να επισκεφτεί τη γενέτειρα πατρίδα του. Ο Μιχαήλ Αγγέλου εγκαταστάθηκε στην Έδεσσα, άνοιξε φαρμακείο και διετέλεσε πρόεδρος του φαρμακευτικού συλλόγου Έδεσσας- Πέλλας- Φλώρινας. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών το 1968. Η μαρτυρία του Μιχαήλ Αγγέλου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι είναι ίσως, η μοναδική μαρτυρία των γεγονότων στην περιοχή της Βιθυνίας. 

Ο Μιχαήλ Αγγέλου ήταν (εκείνη την εποχή) με πανεπιστημιακή μόρφωση, γνώστης των πολιτικών καταστάσεων, λόγω της εμπλοκής του ως βουλευτής στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας και καταγράφει τα γεγονότα μέσα από τον κεμαλικό στρατό. Το πρώτο μέρος της μαρτυρίας αναφέρεται από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη συγκρότηση του εθνικιστικού κινήματος του Κεμάλ ως τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και το δεύτερο μέρος της μαρτυρίας αναφέρεται στη κεμαλική πολιτική της εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών.

Μια αποκαλυπτική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, μέσα από τον Κεμαλικό στρατό

Τι γράφει για τους Έλληνες της Βιθυνίας;

Σ’ όλη τη μαρτυρία καταγράφει την επιστράτευση υπό τις διαταγές του Γερμανού Λίμαν Φον Σάντερς, τις εθνικές οργανώσεις, τον κεμαλικό στρατό, τις οργανώσεις προς εξόντωση των Χριστιανών, τα δικαστήρια ανεξαρτησίας, την κατάληψη της Σμύρνης και της Προύσας, τον καταρτισμό συμμοριών Τσετών, τις συλλήψεις των Ελλήνων προυχόντων, καταγράφει τον βίο τους στις φυλακές του Δορυλαίου, την προμήθεια των αμαξών δια την πορεία τους προς Χαϊμανά, όλες τις περιπέτειές του εις Χαϊμανά και τους θανάτους των εξόριστων, την επιθεώρηση του μετώπου υπό του Κεμάλ, τις αποστολές του στην Άγκυρα όπου μεταφέρει ασθενείς, τα βασανιστήρια της οικογένειάς του, τις λευκές σφαγές ως νέα εφεύρεση του Κεμάλ, τις σφαγές στη Νίκαια, στη Λεύκη. Καταγράφει γεγονότα για κάθε πόλη και πολλά άλλα σημαντικά που συνέβησαν εκείνη την περίοδο.

Πώς αποφασίσατε να προχωρήσετε στην έκδοση του βιβλίου; Πόσο βοήθησε ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης;

Μου παρέδωσαν 157 σελίδες Α3 ξεθωριασμένες από το πέρασμα του χρόνου, γραμμένες από κονδυλοφόρο με πλάγια καλλιγραφικά γράμματα, στην καθαρεύουσα της εποχής εκείνης. Διάβασα το κείμενο για το κομμάτι εκείνο της μικρασιατικής Ελλάδας που μάτωνε από τους διωγμούς των Νεότουρκων. Εντυπωσιάστηκα. Δίχως δεύτερη σκέψη άρχισα τη δακτυλογράφηση του κειμένου για την καλύτερη ευκρίνειά του. Η περιγραφή των γεγονότων στο κείμενο ήταν τόσο γλαφυρή που μου έδινε την αίσθηση ότι παρακολουθούσα ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ. 

Ένιωσα, ως παιδί προσφύγων και εγώ, μεγάλη συγκίνηση και ιδιαίτερη ευθύνη να μεταφερθεί το υλικό αυτό στο ευρύ κοινό. Επεξεργάστηκα το κείμενο μόνο ως προς την ευκρίνειά του δίχως άλλη παρέμβαση. Θεώρησα ότι στο σημείο αυτό το δικό μου έργο τελείωσε και ότι η συνέχεια της πορείας του κειμένου ήταν υπόθεση ιστορικού. Απευθύνθηκα στον Βλάση Αγτζίδη, διδάκτορα της Σύγχρονης Ιστορίας και μαθηματικό που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συγγραφή της ιστορίας του παρευξείνιου ελληνισμού, τον οποίο εκτιμώ ιδιαίτερα και του ζήτησα να αναλάβει την περαιτέρω διαδικασία για τη μεταφορά του κειμένου στο ευρύ κοινό.

Είναι ο ιστορικός που εκτίμησε την ιδιαιτερότητα και τη σημασία αυτής της μαρτυρίας για την ιστορία μας. Ανάλαβε την επιμέλεια του βιβλίου και την έκδοσή του. Εργάστηκε με μεγάλη θέρμη, διερεύνησε την ιστορική αλήθεια των γεγονότων για τις περιοχές που αναφερόταν το κείμενο. Νιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως τον Βλάση Αγτζίδη για την ανιδιοτελή προσφορά του. Σ’ αυτόν οφείλεται η δημοσιοποίηση της μαρτυρίας του Μιχαήλ Αγγέλου.

Τι κριτικές ακούσατε όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο;

Ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα να δέχομαι τηλεφωνήματα από ανθρώπους, οι οποίοι διαβάζοντας το κείμενο, συγκινημένοι διαπίστωναν ότι αυτό ταυτιζόταν με αφηγήσεις δικών τους προγόνων. Εξέφρασαν την επιθυμία τους να συνεχίσουν να μεταφέρουν την ιστορία από μαρτυρίες δικών τους ανθρώπων. Σ’ αυτό το σημείο θέλω να αναφερθώ στο ενδιαφέρον που έδειξε ο κ. Άρης Τσιλφίδης (υπεύθυνος του Παγκόσμιου Ποντιακού Φόρουμ) να εκδώσει η ομοσπονδία Ποντίων Αμερικής το βιβλίο αυτό στα Αγγλικά.

Και οι δικοί σας οι γονείς ήταν πρόσφυγες. Σας έλεγαν ιστορίες για τη γενοκτονία των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και τον Πόντο;

Ο πατέρας μου, Δημήτριος Μουρατίδης, γεννήθηκε το 1914 σ’ ένα χωριό της Νικομήδειας. Ο πατέρας του, τον οποίο δεν γνώρισε, χάθηκε στα τάγματα εργασίας στα βάθη της Τουρκίας. Θυμόταν ότι έδεναν τα στόματα από τις αγελάδες για να μην τους αντιληφθούν οι Τσέτες και τους σκοτώσουν. Ήταν 9 ετών όταν μεταφέρθηκαν με πλοίο στην παραλία της Καλαμάτας. Στη διαδρομή πέθαιναν πάνω στο πλοίο και τους έριχναν στη θάλασσα. Στην Καλαμάτα, παιδιά λιθοβόλησαν τον αδελφό του και τον σκότωσαν. Οι εμπειρίες ήταν βαθιά χαραγμένες. 

Παρ’ όλα αυτά δεν εξιστορούσε από μόνος του τα γεγονότα, παρά μόνο μετά από ερωτήσεις μας. Ο πατέρας μου δεν είχε σπουδάσει, όμως είχε λόγο σωκρατικό. Ήταν ολιγομίλητος και αυτό που θα έλεγε περνούσε πρώτα από κόσκινο. Μιλούσε μόνο αν είχε κάποιο λόγο να πει κάτι και αν ήταν για το καλό των άλλων. 

Ακόμα θυμάμαι να μας λέει «πρώτα θα μιλάει το μυαλό και μετά το στόμα». Όταν τον ρώτησα πώς άντεχαν να βλέπουν να πετούν στη θάλασσα ανθρώπους, από το πλοίο που τους μετέφερε, και τον αδελφό του να τον σκοτώνουν λιθοβολώντας τον, η απάντησή του ήταν «αφού έτσι ήταν η κατάσταση τότε». Συνειδητοποίησα λοιπόν, ότι αυτοί οι άνθρωποι που έζησαν τα γεγονότα των διώξεων του ξεριζωμού σε μικρή ηλικία, έμαθαν να αποδέχονται αυτά που δεν μπορούν να αλλάξουν και να αγωνίζονται σκληρά γι’ αυτά που μπορούν να αλλάξουν. 

Έτσι, όχι μόνο επιβίωσαν στον νέο τόπο που τους πήγαν, αλλά την άγονη γη που τους παραχώρησαν, με πολλή αγάπη και σκληρή εργασία την έκαναν παραγωγική. Ο πατέρας μου ήταν ο πρώτος που έβαλε μηλιές στην Άρνισσα και συνεργαζόταν συνεχώς με τους γεωπόνους της Διεύθυνσης Γεωργίας για νέες καλλιέργειες. Το σπίτι του ήταν πάντα ανοικτό και θυμάμαι συνέχεια να φιλοξενούμε κόσμο.