Ο άθλος ενός Έλληνα γίγαντα – Από το Βέρμιο στην Τραπεζούντα με ποδήλατο σε 10 ημέρες |
του Χρήστου Κωνσταντινίδη
Στην αρχαιότητα είχαμε τους άθλους του Ηρακλή τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες με υπερηφάνεια διηγούνταν στη μυθολογία τους. Άθλοι όμως δεν γίνονται μόνο από ημίθεους, αλλά και από απλούς ανθρώπους. Οπότε τα κατορθώματα αυτών πρέπει να κάνουν τους σύγχρονους Έλληνες περισσότερο υπερήφανους και να τους διδάσκουν, σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η πατρίδα μας, ότι τίποτα δεν είναι ανέφικτο.
Ένας από αυτούς τους σύγχρονους άθλους ολοκλήρωσε πρόσφατα ένας Έλληνας ποδηλάτης από τη Βέροια. Το όνομά του; Γιώργος Λυπηρίδης. Το ανδραγάθημά του; Ποδηλάτισε σχεδόν 2000 χλμ μέσα σε 10 ημέρες για να ανάψει ένα κερί. Η εκκίνηση δόθηκε ανήμερα της Παναγιάς, τον Δεκαπενταύγουστο, από το μοναστήρι της Σουμελάς στην Καστανιά του Βερμίου. Προορισμός ήταν η Τραπεζούντα (Trabzondur Yolumuz), όπως τραγουδά στα τούρκικα ένας εκ των θρυλικών λυράρηδων των Ποντίων, ο Νίκος Παπαβραμίδης και συγκεκριμένα το αρχαίο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στη Ματσούκα (άκουσε το τραγούδι).
Αλλά όπως σε κάθε τέτοια διαδρομή, σημασία έχει πάντα το ταξίδι και όχι ο προορισμός. Γιατί ο αθλητής με καταγωγή από το Παρτίν της Αργυρούπολης (Gümüşhane) του Πόντου μπορεί να μην αποκτήσει ποτέ παγκόσμια φήμη θρυλικών ποδηλατών όπως ο Fausto Coppi, ο Bernard Hinault, ο Eddy Merckx, ο Alfredo Binda ή ο σύγχρονος Lance Armostrong, οι εμπειρίες όμως από τα βιώματα που πήρε θα μείνουν ανεξίτηλες στο μυαλό του. Αυτό και μόνο είναι αρκετό για τον ίδιο, όπως παραδέχτηκε μιλώντας με ταπεινότητα στο Newpost για το κατόρθωμά του, το οποίο δεν είναι το πρώτο που έχει κάνει στη ζωή του.
Αναφερόμενος στο πως πήρε την απόφαση αποκάλυψε, ότι πέρσι είχε πραγματοποιήσει έναν εγχώριο άθλο. «Σαν Πόντιος και εγώ πάντα ήθελα να πάω στην Παναγία Σουμελά. Ο συγχωρεμένος, ο πατέρας μου την είχε επισκεφτεί και πάντα έψαχνε το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειάς μας. Οπότε ήθελα να δω και εγώ τις ρίζες μου. Ήταν καλή περίοδος, μου αρέσουν τα ταξίδια και το έβαλα σε εφαρμογή. Πέρσι είχα κάνει το γύρο της Ελλάδας για φιλανθρωπικό σκοπό, για ένα σωματείο που υπάρχει στη Βέροια για άτομα με ειδικές ανάγκες, για το οποίο μαζέψαμε κάποια χρήματα», ήταν η πρώτη του ατάκα στο Newpost, το οποίο είχε την τύχη και την τιμή να υποδεχτεί τον Έλληνα ποδηλάτη στην Τραπεζούντα και να τον στηρίξει στην ανάβαση προς το αρχαίο μοναστήρι.
«Εκείνο το ταξίδι βγήκε 1500 χλμ και το κάναμε με έναν συνοδοιπόρο σε 11 μέρες. Εγώ δουλεύω σε κατάστημα γνωστής αλυσίδας ειδών για extreme sports. Έτσι ενώσαμε τις πόλεις περνώντας από κάθε μαγαζί της αλυσίδας. Το ταξίδι στην Τουρκία όμως ήταν πιο ζόρικο», λέει και εξηγεί πως έγινε ο προγραμματισμός για το ταξίδι στην Τραπεζούντα.
«Δεν ήταν κάτι πολύ δύσκολο. Απλά είδαμε τις τοποθεσίες μέσω google maps και βρήκαμε τις διαδρομές. Το δυσκολότερο ήταν να βρούμε στο περίπου το που θα φτάναμε κάθε μέρα. Υπολογίσαμε, ότι η διαδρομή θα έβγαινε γύρω στα 2000 χλμ. Δεν πήγα από τα παράλια. Έκανα 200 χλμ τη μέρα και μου βγήκαν σε 10 μέρες», αναφέρει.
«Συνέχισε, δεν θα γυρίσεις με τίποτα πίσω»
Ο Γιώργος Λυπηρίδης δεν ξεκίνησε το ταξίδι μόνος του. Στην αρχή είχε στο πλάι του τον Κωνσταντίνο Μαρτζέκη (φώτο αριστερά), ο οποίος δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τον άθλο και επέστρεψε στην Ελλάδα. «Είμαστε χρόνια φίλοι και του αρέσουν αυτές οι περιπέτειες. Ο Κώστας την τρίτη μέρα εγκατέλειψε. Είχαμε μπει 180 χλμ μέσα στην Τουρκία και αντιμετώπισε πρόβλημα. Δεν άντεξε και δεν μπορούσε να ακολουθήσει τον ρυθμό. Το συζητήσαμε και με προέτρεψε να συνεχίσω. Πήραμε από κοινού την απόφαση. Εγώ συνέχισα και εκείνος επέστρεψε. Φοβήθηκα λιγάκι γιατί δεν είχα ταξιδέψει ποτέ μόνος. Όταν είσαι με παρέα αισθάνεσαι κάπως, όταν μένεις μόνος στο πουθενά», διηγείται.
Στους συγγενείς του δεν είπε καμία κουβέντα για την αρνητική εξέλιξη της πορείας. «Δεν το συζητήσαμε. Δεν ενημέρωσα κανέναν, γιατί ήξερα, ότι αν τους έλεγα, θα προσπαθούσαν να με αποτρέψουν να συνεχίσω. Ο Κώστας μου είχε πει “σε καμία περίπτωση δεν θα γυρίσεις πίσω”. Δεν είχα ξαναβγει εκτός Ελλάδας με το ποδήλατο. Είχα από πριν μεγάλα ερωτήματα. Τι θα συναντούσαμε; Πως θα συνεννοούμασταν; Ξαφνικα έμεινα μόνος. Όλα όμως πήγαν καλά, παρότι ταξίδευα χωρίς συντροφιά μέσα στην Τουρκία. Απλά είχα το άγχος όλη την ώρα.», θυμάται.
Τσάι και τσουρέκι προσφορά από μία γιαγιά
Η πρώτη εμπειρία που του έκανε εντύπωση με την είσοδο στην Τουρκία ήταν η αυστηρή προσήλωση των κατοίκων στη θρησκεία. «Σε κάθε βενζινάδικο είχε ειδικό χώρο για να σταματούν οι μουσουλμάνοι οδηγοί και να προσεύχονται. Μάλιστα μας φιλοξένησαν σε ένα τέτοιο μέρος, μία βραδιά. Mεστζίτ (Mescit) το λένε οι Τούρκοι. Εμείς όταν είδαμε να προσεύχονται στήσαμε σκηνή έξω. Δεν θέλαμε να τους ενοχλούμε στην προσευχή τους. Αυτοί να προσεύχονται και εμείς να κοιμόμαστε στη γωνία», αναφέρει με ύφος έκπληξης για αυτό που είδε.
Αυτό όμως που του έμεινε ήταν η φιλοξενία. «Σε όλη την Τουρκία η φιλοξενία και η καλοσύνη που συνάντησα ήταν φοβερή. Σπάνια κάποιος να μη βοήθησε», λέει και εξιστορεί ένα συμβάν που του έτυχε: «Την έκτη μέρα είχα σταματήσει στη μέσα του πουθενά. Βρήκα ένα ωραίο παγκάκι και έκατσα να φάω. Με βλέπει μια γιαγιά που έβγαλε βόλτα το σκύλο. Με νοήματα της λέω ότι πάω Τραπεζούντα. Εκείνη γύρισε σπίτι και την ώρα που πάω να φύγω, έτρεξε και με πρόλαβε. Μου πρόσφερε τσάι και τσουρέκι. Αυτά είναι τα ωραία όταν ταξιδεύεις με αυτόν τον τρόπο. Όταν σε βλέπει ο άλλος εξαντλημένο του βγαίνει περισσότερο η ανθρωπιά από μέσα του. Έτσι συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. Σου δίνουν νερό, σε κοιμίζουν».
Δέος στην πρώτη Ποντιακή πινακίδα και η αγωνία του Μεχμέτ
Ο Γιώργος έμεινε μόνος στον δρόμο, λίγο έξω από την Κωνσταντινούπολη. Μαύρα σύννεφα εμπόδιζαν το να απολαύσει το ταξίδι του. Αυτό όμως άλλαξε στην πορεία της διαδρομής.
«Όταν είδα την πρώτη πινακίδα για Σαμψούντα που σηματοδοτούσε ότι μπαίνω σε ποντιακές περιοχές ένιωσα δέος. Ξαφνικά αισθάνθηκα ότι πηγαίνω σπίτι μου. Μέχρι τότε ήμουν στο άγνωστο. Διάβαζα το χάρτη και έλεγα, αν μου συμβεί κάτι... τέλος. Με το που είδα την επιγραφή πήρα δύναμη», αναφέρει με εύθυμη διάθεση.
Ο προορισμός όμως ήταν η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Κομνηνών. Εκεί τον περίμεναν με αγωνία και προσμονή. «Βλέποντας τις πινακίδες για Τραπεζούντα, εκεί ένιωσα ακόμα πιο κοντά στην υλοποίηση του στόχου μου. Είχα τον Μεχμέτ που με περίμενε, έναν δικό μου άνθρωπο, τον οποίο όμως δεν είχα συναντήσει ποτέ μου, αλλά του είχα μεγάλη εμπιστοσύνη γιατί ήταν φίλος του πατέρα μου», αναφέρει.
Του έτυχε άραγε κάποιο απρόοπτο στον δρόμο; «Κάποια στιγμή έσπασε μία ακτίνα στην πίσω ρόδα. Μιλούσα και με τον μηχανικό που μου έφτιαξε το ποδήλατο και με καθησύχασε. Απλά όλες τις υπόλοιπες ημέρες οδηγούσα πολύ προσεκτικά. Όλα πήγαν βάσει προγράμματος», απαντά.
Ο Γιώργος έφτασε στην ιερά πόλη, που ο ελληνισμός επιβίωσε για περίπου 3000 χρόνια πριν τον ξεριζώσουν, την ενάτη μέρα του ταξιδιού του, στις 23 Αυγούστου. Στην είσοδο της πόλης τον περίμενε ο Μεχμέτ (δεξιά στη φώτο) με ένα γκρουπ Ελλήνων φοιτητών από την Καβάλα. Το newpost ήταν εκεί και είχε την τύχη να παρακολουθήσει την ολοκλήρωση του άθλου του την επόμενη μέρα.
«Σας άκουσα, σας είδα και πήρα θάρρος»
«Η 10η μέρα που έκανα 45 χλμ να ανέβω στην Παναγία ήταν η δυσκολότερη», θυμάται και συνεχίζει λέγοντας: «Έπρεπε να βάλω διπλή δύναμη για να μη λυγίσω. Ήμουν κουρασμένος και είχε πολύ ανηφόρα. Είπα μέσα μου 10 ημέρες ταξιδεύω, γι'αυτή τη στιγμή ζω. Ανυπομονούσα πολύ να ξεπροβάλλει μπροστά μου το μοναστήρι. Κάθε 10 λεπτά σταματούσα να ξεκουραστώ, γιατί δεν την πάλευα πάνω στη σέλα. Είπα ας το κάνω περισσότερες ώρες και ας πονάω. Όταν με βρήκατε με το αυτοκίνητο εσύ και ο Μεχμέτ ήταν το κάτι άλλο. Τη στιγμή που σας άκουσα από πίσω μου, να μου φωνάζετε, μου δώσατε δύναμη. Πήρα θάρρος (απολαύστε το 12λεπτο και τη μαγευτική φύση του εθνικού δρυμού της Ματσούκας)».
Οι πρώτες εικόνες από το μοναστήρι που κρέμεται αγέρωχο πάνω σε έναν τεράστιο βράχο του όρους Μελά τον συγκλόνισαν. «Όταν είδα την Παναγία μου δημιουργήθηκαν εικόνες. Άθελα σου δεν είναι δυνατόν να μην φανταστείς τι γινόταν σε εκείνο το μέρος όταν ζούσαν Έλληνες. Αυτό που έζησα με το ποδήλατο ήταν μοναδικό. Η απόσταση ήταν πολύ μακρινή και σκεφτόμουν πόσα χιλιόμετρα έπρεπε να περπατήσουν οι προπαππούδες για να φτάσουν εκεί.
Όταν δεις το μοναστήρι από κοντά σου κάνει μεγαλύτερη εντύπωση. Το έχω δει σε φωτογραφίες και βίντεο. Από κοντά όμως είναι ακόμα πιο επιβλητικό. Είναι απίστευτο. Στενοχωρήθηκα που δεν μπορούσαμε να μπούμε μέσα, αν και γνώριζα, ότι θα ήταν κλειστή η μονή. Μου έκανε εντύπωση που δεν μας άφησαν να ανάψουμε ένα κεράκι. Στη ζούλα ανάψαμε. Θα μπορούσαν για τους Έλληνες να έβαζαν ένα μανουάλι να ανάβουμε ένα κεράκι. Δεν θα ήταν κακό», λέει.
Mε αυτές τις εικόνες και τις σκέψεις ο Γιώργος Λυπηρίδης εκπλήρωσε το όραμά του, να έρθει στη γη των προγόνων του, με αυτόν τον τρόπο, κάτι που έχει ξανασυμβεί. Και άλλοι τόλμησαν κατά το πρόσφατο και μακρινό παρελθόν να κάνουν παρόμοιο εγχείρημα και το κατάφεραν. Στην πορεία όμως φάνηκε, ότι οι προθέσεις τους δεν ήταν ανιδιοτελείς. Ήθελαν να κερδίσουν κάτι από αυτό, κυρίως φήμη και δωρεάν φιλοξενία, εκμεταλλευόμενοι το θρησκευτικό συναίσθημα και τη νοσταλγία για τις αλησμόνητες πατρίδες.
«Το έκανα επειδή το γούσταρα, όχι για να συγκινήσω»
Ο Γιώργος, ο οποίος είναι παλινοστήσας Πόντιος της ΕΣΣΔ και ήρθε με την οικογένειά του στην Ελλάδα, από την Τιφλίδα της Γεωργίας στις αρχές της δεκαετίας του '90, δεν είναι αυτής της... σχολής. «Δεν το έκανα μόνο λόγω των ριζών μου. Δεν ήθελα να βάλω θρησκευτικό ή εθνικό χαρακτήρα στο ταξίδι. Πολλοί μου έλεγαν η Παναγιά μαζί σου και δάκρυσαν όταν τους είπα για τον στόχο που έθεσα. Δεν μου αρέσει όμως να εκμεταλλεύομαι τέτοιου είδους συναισθήματα για να προκαλώ τη συγκίνηση. Το έκανα επειδή το γούσταρα. Μου αρέσουν οι εμπειρίες που θα ζήσω. Οι εικόνες που θα δω. Απόλαυσα το ταξίδι. Πολλές φορές νομίζω ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται το γεγονός, ότι βάζει στη μέση το θρησκευτικό συναίσθημα ή τη συγκίνηση που προκαλεί μία επιστροφή στα πατρογονικά εδάφη», κατέληξε ο Έλληνας ποδηλάτης, ο οποίος κατέγραψε το ταξίδι του στη γνωστή ιστοσελίδα καταγραφής διαδρομών με GPS, strava.com και μπορείτε να δείτε τα στατιστικά του στα παρακάτω screen shots.
Ο Γιώργος Λυπηρίδης, όπως επισημάνθηκε πολλάκις παραπάνω, πραγματοποίησε το ταξίδι αυτό μέσα σε 10 ημέρες (15-24 Αυγούστου) και έκανε την πιο γρήγορη καταγεγραμμένη διαδρομή που έχει γίνει με ποδήλατο από την Παναγία Σουμελά της Καστανιάς στην Παναγία Σουμελά της Τραπεζούντας.