Παναγιώτης Θεοδωρίδης & Ειρήνη Σαχταρίδου «Μίλα μου για μουσική» |
Στην Ποντιακή μουσική κάθε σπουδαίο “μπροστά”, κάθε σπουδαίο “αύριο”... Mπορεί να γίνει και ξεκινά μόνο με τη σωστή μελέτη - γνώση του “πίσω” και του “χθες”.
1. Ποιος είναι ο τόπος που γεννηθήκατε, τι ακούσματα είχατε ως έφηβοι και αν σας έχουν επηρεάσει τα ακούσματα του τόπου σας;
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Πρωτοχώρι Κοζάνης, το ξακουστό “Πορτοράζ”, όπως το γνωρίζει ο ποντιακός κόσμος. Τα ποντιακά ακούσματα ήταν θέμα ημερήσιας διάταξης στα χωριά μας. Η γιαγιά Ποινή μαγείρευε τα πεντανόστιμα ποντιακά φαγητά της στη ξυλόσομπα, σον πέσκον, θυμάμαι ακόμη εκείνο το μονίμως καπνισμένο τηγάνι της, να φιλεύει κόσμο και κοσμάκη στο παλιό κουζινάκι μας και τα ποντιακά να ακούγονται πάντα, στις ομιλίες, στο κασετόφωνο, στο ραδιόφωνο... Από πιτσιρίκος έχω παραστάσεις με τα μουχαπέτια, με την κεμεντζέ, το αγγείο, τα τραγούδια στα καφενεία, στις γειτονιές,στα σπίτια στις ονομαστικές εορτές. Παντού μοσχοβολούσε παράδοση...Είχα την ευλογία να προλάβω ακόμη και ανθρώπους πρώτης προσφυγικής γενιάς...Μεγάλο σχολείο. Για τον πλούτο που αποκόμισα από τα παραδοσιακά μας ακούσματα δε θα φτάσει μια μέρα να σου μιλάω Δημήτρη...Νιώθω και είμαι “πάμπλουτος” βιωματικά, γεμάτος...Και όλη αυτή η επιρροή ως συνέχεια αυτής της βιωματικής σχέσης με κάνει να νιώθω πως πραγματικά είναι συγκλονιστικό πως δεσμεύεται ο άνθρωπος μέσα από τις ρίζες του... Οι αναμνήσεις λοιπόν αυτής της βιωματικής παραδοσιακής ποντιακής εμπειρίας, σήμερα γίνονται μέσα μου τραγούδι και “ταξιδεύουν” στο κοινό κάθε φορά που βγαίνω να τραγουδήσω και κάθε φορά έχουν κάτι το διαφορετικό, μια διαφορετική ποντιακή ιστορία να αφηγηθούν.
Ειρήνη Σαχταρίδου: Εγώ μεγάλωσα στον Άγιο Δημήτριο της Κοζάνης, το “Τοψιλάρ”. Δεν έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που ήμουν έφηβη (γέλια)...και έτσι οι μνήμες προφανώς είναι φρέσκες, έντονες. Από μωρό όμως όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, στην αρχή με το νταούλι, αργότερα με τη λύρα, τη φλογέρα, τη χειλιαύρι όπως τη λένε οι Πόντιοι, τον αρχαίο χειλίαυλο δηλαδή και τέλος με το αγγείο...”κυνηγούσα” διαρκώς τη γιαγιά μου για να μου τραγουδάει! Η γιαγιά μου η Σοφία... Ο πατέρας της ήταν παλιός λυράρης, γεννήθηκε στη Ματσούκα στον Πόντο, Χαράλαμπος Καβακίδης, ο Καβάκ’ς. Η γιαγιά, ξακουστή “παρχαρομάνα”, γυναίκα δηλαδή που ζούσε από την άνοιξη μέχρι τους φθινοπωρινούς μήνες στο βουνό, στον “παρχάρ’” και έκανε κτηνοτροφικές εργασίες. Όταν κλείνανε τα σχολεία για διακοπές, η καλύτερη μου ήταν να ανεβαίνω μαζί της στο βουνό... Δε χόρταινα να την ακούω να μου τραγουδά, έτσι έμαθα, σημείωνα σε ένα τετράδιο τα δίστιχα που μου τραγουδούσε, μου έλεγε ιστορίες γύρω από αυτά και μου εξηγούσε τις λέξεις που δεν καταλάβαινα. Αυτή από την άλλη, με κυνηγούσε για να βάλω μια μπουκιά στο στόμα μου, πεντανόστιμες ποντιακές λιχουδιές!!! (γέλια) “Ειρήνη εποίκα σε χαβίτς, εποίκα βαρένικα, έχω και περέκ...έλα, ποδεδί’εις σε η καλομάνα σ’!” έτσι λέμε οι Πόντιοι τη γιαγιά, καλομάνα!! Η γιαγιά ακόμη και σήμερα μαγειρεύει top! Αξεπέραστη... Όλα αυτά λοιπόν όχι μόνο με επηρέασαν αλλά πιστεύω απόλυτα ότι αν δε ζούσα από μωρό μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν υπήρχε περίπτωση να βγει μέσα από το παίξιμο μου όλο αυτό το βίωμα, αυτό το χρώμα... Ναι, τα ποντιακά είναι η πρώτη και μεγαλύτερη αγάπη, αλλά προφανώς ακούω και άλλη μουσική, διαφορετικά είδη μουσικής. Δε μπορώ να διανοηθώ τον εαυτό μου χωρίς τη μουσική!
2. Ποια είναι τα συστατικά που ωθούν έναν νέο άνθρωπο να ασχοληθεί στον μουσικό τομέα με την παραδοσιακή μουσική;
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Προφανώς, όπως είπαμε και στην αρχή της κουβέντας μας, βασικό συστατικό είναι πως μεγαλώνει κανείς, τα βιώματα, το dna βεβαίως, αυτή η μουσική μνήμη που κληρονομήσαμε από τους παλαιούς, που αντιστέκεται στο χρόνο... Τα χωριά μας παίξανε μεγάλο ρόλο. Οι παρέες, το σπίτι, η γιαγιά και ο παππούς. Στην Κοζάνη, έχουμε πολλά χωριά που ζούνε και αναπνέουν ακόμη και σήμερα ποντιακά...Παλαιότερα έβρισκες -όσο ζούσε η πρώτη και η δεύτερη γενιά- ακατέργαστους ζωντανούς μουσικούς θησαυρούς της παράδοσης στα χωριά μας! Υπήρχαν πολλοί χαρισματικοί άνθρωποι. Αρκεί να είχες την τύχη να βρεθείς δίπλα τους. Να τους ζήσεις. Να ζήσεις το πάθος, την έκφραση τους, τον τρόπο με τον οποίο παίζανε και τραγουδούσαν. Τον τρόπο με τον οποίο μιλούσαν την ποντιακή...
Ειρήνη Σαχταρίδου: Νομίζω ότι σε εμένα καθοριστικό ρόλο έπαιξε η γιαγιά μου, η “Σανξαρίνα” και το γεγονός ότι μεγάλωσα μαζί της. Και φυσικά τα χωριά μας όπως είπε ο Παναγιώτης. Υπάρχουν τόσοι πολλοί, τόσες πολλές στα μέρη μας, που μόνο που τους ακούς, μαθαίνεις, εμπνέεσαι...Οι Πολιτιστικοί μας Σύλλογοι επίσης, μεγάλο ρόλο. Εκεί μαθαίνουμε τα πρώτα μας βήματα στους χορούς μας, εκεί συμμετέχουμε στις εκδηλώσεις, στα έθιμα που αναβιώνουν. Χαρακτηριστικά να σας αναφέρω το έθιμο των Μωμογέρων. Αναβιώνει το Δωδεκαήμερο, το χωριό μου, τα χωριά μας σφύζουν από παράδοση...εκεί μαθαίνεις πολλά, ̈ψήνεσαι” στην παράδοση.
3. Νιώθετε ότι η παράδοση διαδίδετε ατόφια στις νέες γενιές; Ή επειδή δεν είναι πια βιωματικά τα θέματα απλά κάποιοι την κληρονομούν και την μεταπλάθουνε; Πιστεύετε ακόμη ότι ακόμη και αυτοί που την κατέχουν καλά την μεταλαμπαδεύουν ή είναι κατά έναν τρόπο «τσιγκούνηδες»;
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Μεγάλη κουβέντα Δημήτρη..πολύ ζουμί έχει αυτή η ερώτηση. Ας ξεκινήσουμε από την κοινή παραδοχή ότι “η παράδοση γενικότερα και η μουσική παράδοση ειδικότερα, είναι δημιούργημα συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών”. Τα χρόνια αλλάζουν, οι συνήθειες μαζί, τα μέσα, τα εισερχόμενα, οι παραστάσεις, το ίντερνετ, τα social media...Σήμερα οι ταχύτητες γενικά είναι πολύ γρήγορες...και για μένα έχει χαθεί αυτή η ευλογία της βραδύτητας, η οποία ανέκαθεν “κυοφορούσε” σπουδαία πράγματα στη μουσική, που εξακολουθούν να παραμένουν “ζωντανά στη σκηνή” όσα χρόνια κι αν περάσουν... Δυστυχώς η παγκόσμια μουσική βιομηχανία επηρεάζει σε απόλυτο βαθμό την ελληνική μουσική σκηνή και αυτή με τη σειρά της επηρεάζει και το χώρο της παραδοσιακής μουσικής. Αρκεί να δούμε πως καταναλώνεται σήμερα η πληροφορία και η μουσική. Νιώθεις ότι η μουσική μας έγινε κάτι σαν...fast food. Κάτι στα γρήγορα, βουλιμικά να τελειώνουμε, όλα για την κατανάλωση, για το φαίνεσθαι...Και όλα αυτά προφανώς και δε θα μπορούσαν να μην επηρεάσουν και το χώρο της ποντιακής μουσικής μας παράδοσης. Όπου λιγοστεύει η βιωματική σχέση με τη μουσική μας παράδοση, περισσεύει η επιδερμική γνώση, η άγνοια και τότε άθελα ή ηθελημένα σήμερα ο καθένας παίρνει μια λύρα στο χέρι του ή ένα μικρόφωνο και ελαφρά τη καρδία βαφτίζει “το κρέας σε ψάρι”... Και εδώ έρχεται το κρίσιμο και συνάμα δύσκολο ερώτημα να απαντηθεί: Όλο αυτό μπορεί να το λογίσει κάποιος ως καλώς εννοούμενη εξέλιξη; Είναι το “μπροστά”; Και τι να απαντήσεις άραγε; Πόσο υποκειμενικές και συγκρουόμενες μπορεί να είναι οι απόψεις; Προσωπικά πιστεύω, πως στην ποντιακή μουσική κάθε σπουδαίο “μπροστά”, κάθε σπουδαίο “αύριο” ...μπορεί να γίνει και ξεκινά μόνο με τη σωστή μελέτη και γνώση του “πίσω”, του “χθες”. Όπως και να το κάνουμε Δημήτρη, η ποντιακή μουσική έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στη μελωδία, στο στίχο, στο ρυθμό, στην έκφραση, που αν τα “παραμορφώσεις” το αποτέλεσμα είναι πολύ ψεύτικο...κάνει μπαμ! Ανέκαθεν όλες τις εποχές υπήρχαν διαχρονικοί, ποιοτικοί εκφραστές, υπήρχαν όμως και διάττοντες αστέρες που με όχημα τη μόδα της κάθε εποχής είχαν και αυτοί το “χώρο” τους. Όλα ξεκινάνε κατά την ταπεινή μου άποψη, από την πηγή, από την αυθεντικότητα, από τη γνησιότητα. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Άλλη η ποιότητα, η γεύση, η ατμόσφαιρα, η νοστιμιά από ένα περέκ’, μια πίτα ή ένα πιροσκί που θα σου μαγειρέψει η γιαγιά στο χωριό, με τα φύλλα που θα ψήσει στο σατς, στο φούρνο της, με τα τηγάνια της, από αυτήν ενός τύπου περέκ ή πιροσκί ή μιας πίτας, που θα σε πλασάρει ένα πολυκατάστημα ή ενα fast food...Κάπως έτσι μάλλον είναι και τα πράγματα στη μουσική μας παράδοση. Μπορεί η πρώτη προσφυγική γενιά και πολύ μεγάλο μέρος της δεύτερης να έχει πάρει ήδη τη στράτα να συναντήσει το Δημιουργό της, υπάρχουν όμως ένα σωρό καταγραφές, υπάρχουν ακόμη στα χωριά μας άνθρωποι που κατέχουν καλά την παράδοση, που όποιος επιθυμεί ανατρέχει στην πηγή, μελετά, ψάχνεται, ρωτάει, μαθαίνει και μετά ακόμη και νέος να είναι, αν έχει αυτή την υποδομή...έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει αξιόλογες μουσικές προτάσεις με έντονο το άρωμα της παράδοσης. Ακούς δηλαδή σήμερα μια σύγχρονη δημιουργία και “ψιλομπερδεύεσαι”, αναρωτιέσαι μήπως είναι κάποιο παλιό παραδοσιακό ή αν το έχεις ακούσει κάπου από παλιότερες καταγραφές. Και δόξα τω Θεώ έχουμε σήμερα αρκετούς τέτοιους νέους και νέες. Και εκεί ακριβώς κυοφορείται η ελπίδα για το μέλλον... Τα πάντα είναι στην πηγή και στη γνώση. Ευχή εκφράζω, να μη συμφιλιωθούμε με τη μουσική “ποντιακή παρακμή”, να μην παρασυρθούμε από τις ̈σειρήνες” της δήθεν εξέλιξης και της γρήγορης καλλιτεχνικής ανέλιξης...γιατί φοβάμαι ότι τότε θα γεμίσουμε από καλλιτέχνες “υψηλών τόνων” και “χαμηλών προδιαγραφών”. Και η παραδοσιακή μουσική, η ιστορία της δηλαδή μας έχει διδάξει ότι πάντα είχε ανάγκη από τους “άλλους”, αυτούς δηλαδή που διατηρούσαν “χαμηλούς τόνους” στο προφίλ τους και ήταν όμως “υψηλών προδιαγραφών” καλλιτεχνικά, ευγνωσμένης αξίας. Και μήπως αυτοί δεν είναι που μας άφησαν, μας χάρισαν όλα αυτά τα μουσικά διαμάντια της παράδοσης μας;
Ειρήνη Σαχταρίδου: Δεν έχω να προσθέσω κάτι περισσότερο, στα όσα εύστοχα ανέφερε ο Παναγιώτης και δεν έχω και την ανάλογη εμπειρία. Μαθαίνω, διαρκώς μαθαίνω, διαρκώς ψάχνω... Θέλω να σταθώ μόνο στο κομμάτι της γενιάς μου. Νομίζω ότι πριν πολλά χρόνια κανείς δε θα στοιχημάτιζε ότι σήμερα τόσοι πολλοί νέοι θα ασχολούνται με τη μουσική μας παράδοση. Αν έρθετε στους χορούς μας, στα πανηγύρια, στις ποντιακές εκδηλώσεις, θα το διαπιστώσετε. Προσωπικά, σε όσους μεγαλύτερους και μεγαλύτερες σε ηλικία ζήτησα τα φώτα και τις γνώσεις τους στο κομμάτι της παράδοσης μας, απλόχερα μου τα προσέφεραν. Τους είμαι ευγνώμων. Σήμερα βλέπεις πολύ νεολαία στα ποντιακά. Δείτε για παράδειγμα με το αγγείο τι γίνεται τα τελευταία χρόνια...Παλαιότερα είχαμε λιγοστούς στην παράδοση μας που έπαιζαν αυτό το όργανο. Σήμερα υπάρχουν πολλοί νέοι που παίζουν αγγείο και μάλιστα κάποιοι εξαιρετικά. Αυτό από μόνο του αλλά και τόσα άλλα ανάλογα παραδείγματα, δεν είναι ένα στοιχείο ελπιδοφόρο για το μέλλον της παράδοσης μας;
4. Ας υποθέσουμε, μεταφυσικά είτε είναι στην ζωή είτε όχι, ότι μπορείτε να προσκαλέσετε σε ένα γλέντι κάποιον από τους μουσικούς σας ήρωες. Να φάτε, να πιείτε, να τα πείτε και να τραγουδήσετε παρέα. Ποιος θα ήταν αυτός; Γιατί; Και τι θα τον ρωτούσατε;
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Πειράζει αν δεν είναι ένας μόνον και είναι πολλοί; Στην παρέα μου λοιπόν, αυτοί που έρχονται στο μυαλό μου αυτή τη στιγμή, αυτούς που θα ήθελα να προσκαλέσω στο τραπέζι μου, δε βρίσκονται πλέον εν ζωή και θα είχε αξία αν “επέστρεφαν” πίσω έστω για μια στιγμή...γιατί το κενό που άφησαν είναι πραγματικά δυσαναπλήρωτο. Λοιπόν, ξεκινάμε...Θα προσκαλούσα το Χρύσανθο Θεοδωρίδη, το Γιώργο Αμαραντίδη και τον Γιωργούλη Λαφαζανίδη, ογκόλιθοι, “φαινόμενα” στο χώρο της παραδοσιακής ποντιακής μουσικής, συγκλονιστικά μελωδικοί...για να τους ακούω με τις ώρες να τραγουδάνε στο τραπέζι και να μου αποκαλύψουν ποιο είναι το μυστικό της μαεστρίας της απλότητας! Τον κορυφαίο Νευροχειρούργο και σπουδαίο Ποιητή του Ποντιακού Ελληνισμού Χρήστο Αντωνιάδη...να μου έγραφε έστω ένα τραγούδι και να μου αποκάλυπτε το μυστικό πως μπορεί να γράφει κανείς σήμερα τόσο καταπληκτικά τραγούδια στη γλώσσα των προγόνων του! Το λαογράφο μας Στάθη Ευσταθιάδη και τη Δόμνα Σαμίου...για να τους ακούω μόνο, να τους ακούω με τις ώρες να μιλάνε, να μοιράζονται μαζί μου ένα σωρό ιστορίες για το παραδοσιακό μας τραγούδι, για τις παραδόσεις μας... Α, και σίγουρα κάποιους “παλιούς” Πορτοραζέτες, κάποια γεροντάκια του χωριού μου, τον παππού μου τον Πάντζο, τον “Τσίχα” τον τραωδάνον, το “Βορά” με την κεμεντζέν, τον “Κώτσιον τ’ Ασαλούμ” με το αγγείο...να τους ακούω, να ακούω αυτό το μοναδικό ηχόχρωμα να με συνεπαίρνει, να παίρνω παραδοσιακό οξυγόνο, να πίνω και να ξεδιψώ από την αστείρευτη πηγή της μουσικής μας παράδοσης και να μην ξεχάσω ποτέ, μα ποτέ, από εκεί που ξεκίνησαν όλα για εμένα...από τα στενά χωμάτινα δρομάκια του χωριού μου, τις γειτονιές, από το παλιό καφενείο του “Τσιτσάνη”, που ακόμη ηχούν στα αυτιά μου οι τοξαριές της λύρας και τα υψίφωνα τραγούδια των παλαιών... Αυτή η σύνθεση του τραπεζιού και αν δεν είναι όνειρο...Αλλά, όπου υπάρχουν όνειρα, τότε υπάρχουν και οι δρόμοι...
Ειρήνη Σαχταρίδου: Εγώ θα πειθαρχήσω. Θα διαλέξω μόνο μια, αλλά όχι από το χώρο της παραδοσιακής μας μουσικής. Εκεί, η επιλογή είναι πολύ πιο δύσκολη... Θαυμάζω τη διαχρονικότητα, για αυτό, αυτή η μια και μοναδική λοιπόν, η οποία έχει γράψει και συνεχίζει να γράφει τη δική της μεγάλη ιστορία στο χώρο της ελληνικής μουσικής σκηνής και θα προσκαλούσα στο τραπέζι μου, είναι η Άννα Βίσση. Τη λατρεύω... Και τι δε θα ‘δινα λοιπόν να καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι... Να συζητήσω μαζί της, να την ακούω, να τη βλέπω, να μου αποκαλύψει ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας, πως καταφέρνει να παραμένει τόσα χρόνια ζωντανή, φρέσκια, δημιουργική, ακούραστη, πρωτοπόρα, πως καταφέρνει να συντηρεί δεκαετίες αυτό το “μύθο”...λες και δεν πέρασε μια μέρα! Α, σίγουρα θα της ζητούσα να μου πει και ένα παραδοσιακό κυπριακό τραγούδι, το Γιασεμί μάλλον... Είναι αλήθεια ότι δε μπορώ να διανοηθώ τη ζωή μου χωρίς να υπάρχει μέσα σε αυτήν η παραδοσιακή μουσική των προγόνων μου. Κάποιος μπορεί να πει ότι η επιλογή μου στο πρόσωπο της κ. Βίσση, βγάζει μια αντίθεση... Όμως πόσες και πόσες αντιθέσεις συνυπάρχουν και νοστιμεύουν τη ζωή μας; Και για εμένα η μουσική δεν έχει σύνορα. Όπως εκφράζεται ο καθένας... Εγώ μπορεί να φυσάω με τις ώρες στο αγγείο μου τους παραδοσιακούς μας σκοπούς και να “βρίσκομαι” αλλού, να εκστασιάζομαι, μπορώ όμως να ακούω σε άλλες στιγμές και με τις ώρες Άννα Βίσση και να “ταξιδεύω” μέσα από τις μουσικές και τα τραγούδια της!
5.Τι ετοιμάζετε; Σε επίπεδο δισκογραφικό και ζωντανών εμφανίσεων;
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Προς το παρόν ετοιμαζόμαστε και περιμένουμε με μεγάλη ανυπομονησία τη βραδιά μας στη ΣΦΙΓΓΑ, την Κυριακή στις 21 του Απρίλη. Είναι η πρώτη φορά που θα ακουστούν μελωδίες του Πόντου σε αυτή τη Μουσική Σκηνή, η οποία διαχρονικά έχει συνδέσει το όνομα της με το πέρασμα κορυφαίων καλλιτεχνών της ελληνικής μουσικής και σπουδαίες “μουσικές στιγμές”. Έχουμε και καιρό να τα πούμε με τους φίλους και τις φίλες στην Αθήνα και αυτό κάνει την προσμονή και τη χαρά μας ακόμη μεγαλύτερη! Στη ΣΦΙΓΓΑ θα συμπράξουμε λοιπόν με σπουδαίους μουσικούς με λύρα, αγγείο, φλογέρα, κλαρίνο...με πολύ πάθος και κέφι! Και το προσκλητήριο μας δεν απευθύνεται μόνο σε όσους έλκουν την καταγωγή τους από τον Πόντο αλλά και σε όσους αγαπούν τη μουσική μας παράδοση, από όποια γωνιά του Ελληνισμού κι αν προέρχονται. Τώρα σε ότι αφορά τι ετοιμάζουμε μελλοντικά, να το ανακοινώσουμε επίσημα για πρώτη φορά στο ogdoo.gr, αλλά ας τα πει η Ειρήνη καλύτερα, που έχει περισσότερο συναισθηματικό δέσιμο με αυτό που “έρχεται”...
Ειρήνη Σαχταρίδου: Μάλιστα! Επί της ουσίας δεν είναι μόνο δισκογραφική παραγωγή. Είναι μια πολυσύνθετη παραγωγή, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ένα ντοκιμαντέρ, cd, booklet με σημείο αναφοράς τη γιαγιά μου και το πως συνδέονται οι γενιές μεταξύ τους, πως μεταλαμπαδεύεται η παράδοση μας και όλες αυτές οι αξίες που απορρέουν από μέσα της... Έχουμε ολοκληρώσει τα γυρίσματα, τις ηχογραφήσεις. Βάζουμε κάποιες τελευταίες πινελιές. Το ετοιμάζουμε εδώ και πολύ καιρό με τον Παναγιώτη...και συγκινούμαι πραγματικά, περιμένω πως και πως να το τελειώσουμε αυτό το project. Είναι περισσότερο μια εσωτερική ανάγκη... Στο πρόσωπο της γιαγιάς μου, θέλουμε να ευχαριστήσουμε όλους αυτούς τους πρεσβύτερους που δε ζούνε πια αλλά και τους λιγοστούς που ζούνε, για το τεράστιο δώρο της παράδοσης που κληρονομήσαμε... Γιατί χωρίς αυτούς, εμείς σήμερα δε θα φτάναμε εδώ που φτάσαμε... “Η γιαγιά μου η Σανξαρίνα...Η τελευταία παρχαρομάνα...” έτσι θα τιτλοφορείται. Τώρα σε ότι αφορά τις εμφανίσεις μας, περιμένουμε πως και πως τη βραδιά μας στη ΣΦΙΓΓΑ. Μετά το Πάσχα και μέχρι και τα τέλη Σεπτέμβρη έχουμε ήδη κλεισμένες δεκάδες εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα, χορούς, πανηγύρια, συναυλίες...κάπου θα συναντηθούμε!
Παναγιώτης Θεοδωρίδης: Να αναφέρουμε και τις εμφανίσεις μας στο εξωτερικό. Το 2023 ταξιδέψαμε πολύ, στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στην Αυστραλία, στη Γερμανία...και εκεί η υποδοχή ήταν κάτι περισσότερο από συγκινητική! Και το 2024 επίσης ετοιμάζονται όμορφα πράγματα και πάλι για τον Ποντιακό Ελληνισμό της Διασποράς. Και στο εξωτερικό διαθέτουμε νησίδες αξεπέραστης δημιουργίας...που μόνο περηφάνια και ελπίδα νιώθουμε για αυτό! Κλείνοντας, θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην ευχαριστήσουμε εσένα Δημήτρη και το ogdoo.gr για τη δυνατότητα που μας δίνετε να μας γνωρίσει καλύτερα το φιλόμουσο κοινό. Τιμή μας να φιλοξενείται η συνέντευξη μας, στο σημαντικότερο ελληνικό μουσικό portal!
Πηγή: Το Όγδοο