Ένα χρόνο χωρίς τον Πόλιο! Μνημόσυνο με “Λεφτοκάρυα” |
Φόρος τιμής στον αείμνηστο Πόντιο τραγουδιστή με πηγή έμπνευσης ένα τραγούδι του που γεμίζει τον ακροατή με την καλοσύνη της ψυχής και του ταλέντου του. Μιλούν στο e-Pontos οι μουσικοί Γιάννης Τσανασίδης, Ιάκωβος Μωϋσιάδης, Νατάσα Τσακηρίδου και η φιλόλογος, Γιώτα Ιωακειμίδου.
Γράφει ο Χρήστος Κωνσταντινίδης
Η είδηση έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία το πρωινό της Πέμπτης 14ης Μαΐου 2020! Η ψυχή του Πόλιου Παπαγιαννίδη, «άμον πετούμενον», όπως περιγράφει στη «Ζωγραφία», πέταξε μακρυά στα ορμάνια του υπερπέραντος.
Ήταν ένα γερό κλωνάρι της ποντιακής μουσικής ταυτότητας. Το κενό του παραμένει δυσαναπλήρωτο, όπως τόνισαν στο e-Pontos πέντε γενιές Ποντίων καλλιτεχνών. Γιατί δεν υπάρχει
ποντιακό γλέντι που να μην ακούγεται τραγούδι του. Είχε να δώσει πολλά ακόμα και είναι δύσκολο να βρούμε ξανά τέτοιες φωνές με πρωτολιακή μυρωδιά στην ερμηνεία του.
Τα τραγούδια του είχαν ιδιαίτερη αξία! Έρχονταν από παλιά και είχαν δύναμη. Ο Πόλιος μετέδιδε μία ζεστασιά τραγουδώντας! Έβγαζε ψυχή σε κάθε στιγμή. Συν τοις άλλοις, όταν φεύγουν τέτοιοι καλλιτέχνες χάνεται η σύνδεση με την πατρίδα.
Ο Παπαγιαννίδης αποτέλεσε και αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους νεότερους καλλιτέχνες.
Φωτεινό παράδειγμα είναι το συγκρότημα «Λεφτοκάρυα», το οποίο αφιέρωσε τη διασκευή του τραγουδιού «Ταν ταν κοιλίαν» από τον δίσκο «Ο Συμούλ'τς και ο Πόλιον» (1992) στη μνήμη του.
Οι τρεις καλλιτέχνες που απαρτίζουν το σχήμα, με σεβασμό στην παράδοση προσπαθούν να εμπλουτίσουν με το δικό τους χρώμα τις παλαιότερες μελωδίες δημιουργώντας ουσιαστικά νέες μουσικές ατμόσφαιρες.
Το αποτέλεσμα (το βίντεοκλιπ γυρίστηκε για λογαριασμό της ΕΡΤ3 στο φράγμα της Θέρμης) είναι εξαιρετικό! Η κεμεντζέ του Γιάννη Τσανασίδη με τη συνοδεία του μπουλγκαρί του Ιάκωβου Μωϋσιάδη δίνουν άλλη διάσταση στο τραγούδι, το οποίο απογειώνεται με τη φωνή της Νατάσας Τσακιρίδου. Οι τρεις καλλιτέχνες μίλησαν στο e-Pontos.gr με πολύ αγάπη και σεβασμό για τον αείμνηστο καλλιτέχνη.
Τσανασίδης: «Ένα κομμάτι που σε γεμίζει με την καλοσύνη του»
«Μεγαλώσαμε με τη φωνή του. Το “Άγουρος είμαι άγουρος” ήταν το πρώτο τραγούδι που χόρεψα.
Ο Πόλιος Παπαγιαννίδης ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που εξυψώθηκε στα μάτια μου πολύ πριν ξεκινήσω να παίζω λύρα. Όταν τον γνώρισα αυτή η εικόνα που είχα πλάσει στο μυαλό μου για εκείνον παρέμεινε. Δηλαδή δεν γκρεμίστηκε άποψη που είχα σχηματίσει για αυτόν. Δεν τον απομυθοποίησα.
Αυτός ο άνθρωπος ήταν πρότυπο. Στο σπίτι του στον Κεχρόκαμπο Καβάλας βίωσα τι σημαίνει πραγματική ποντιακή φιλοξενία. Πας σε ένα σπίτι, σου φτιάχνουν τον καφέ, μετά βγαίνει τσίπουρο, μεζές. Στη συνέχεια στρώνεται το τραπέζι και ακολούθως βγαίνει η λύρα, η οποία συντρόφευε για ώρες την ποντιακή μέθεξη», θυμάται ο Γιάννης Τσανασίδης, ο οποίος έχει συνεργαστεί αρκετές φορές με τον Πόλιο Παπαγιαννίδη, με την πρώτη (το 2013) και την τελευταία (το 2019) να έχουν σημαδιακό χαρακτήρα, αφού και οι δύο ήταν σε εκδήλωση του Τετράλοφου Κοζάνης.
Γιατί επιλέχτηκε το συγκεκριμένο κομμάτι του Πόλιου; «Το 2020 ήταν πολύ περίεργη χρονιά. Πονέσαμε πολύ. Γιατί εκτός από τον Πόλιο χάσαμε και τον Χρήστο Τσενεκίδη, τον οποίο ως “Λεφτοκάρυα” τιμήσαμε με τον “Γετίμογλη”, έναν σκοπό τον οποίο ο Χρήστος ερμήνευε με μοναδικό τρόπο. Επιλέξαμε το “Ταν ταν κοιλίαν εύκαιρον” γιατί με τον εύθυμο χαρακτήρα του απαλύνει το βάρος του πένθους. Προσπαθήσαμε να το εξισορροπήσουμε με αυτό το τραγούδι, το οποίο αποπνέει κάτι αισιόδοξο και ελπιδοφόρο. Ουσιαστικά δεν θέλαμε να κάνουμε ένα απλό αφιέρωμα. Θέλαμε να επιλέξουμε ένα κομμάτι που θα σε γεμίζει με την καλοσύνη της ψυχής και του ταλέντου του», απαντά ο κεμεντζετζής του σχήματος.
Μωϋσιάδης: «Μελωδία, ρυθμός και αρμονία με ένα όργανο»
Η συρμάτινη χορδή του μπουλγκαρί δίνει σπιρτάδα στον ρυθμό και στον ήχο. Είναι πιο πριμαριστός και φωτεινός. «Θεωρήσαμε καλύτερο να επιλέξουμε τον ήχο του μπουλγκαρί για αυτούς τους λόγους. Γιατί το σύρμα του οργάνου και οι τρεις χορδές δίνουν διαφορετική χρήση στην τεχνική σε σχέση με τη λάφτα. Μας έδωσε ένα αποτέλεσμα πολύ κοντά σε αυτό που φανταζόμασταν.
Μία τεχνική λεπτομέρεια επίσης είναι, ότι στο συγκεκριμένο τραγούδι φτιάχτηκε ξεχωριστό ντουζένι (κούρδισμα δηλαδή), για να αποδοθεί το κομμάτι με τις απλές χορδές, ώστε να έχω με ένα όργανο και τις τρεις υποστάσεις της μουσικής που είναι η μελωδία, ο ρυθμός και η αρμονία. Αυτή είναι η λογική, για να φτιάξεις ντουζένια σε αυτά τα όργανα. Να έχω μία ανοιχτή χορδή, η οποία λειτουργεί σαν ισοκράτημα», αναφέρει ο Ιάκωβος Μωϋσιάδης, ο οποίος όπως εξομολογήθηκε «Ο Συμούλτς και ο Πόλιον» ήταν ένας από τους αγαπημένους του δίσκους στην παιδική του ηλικία, λόγω της ιδιαιτερότητας της χροιάς του.
Τσακηρίδου: «Εξιτάρει η φωνή του»
Σε αυτό το στοιχείο στέκεται η φωνή του σχήματος, Νατάσα Τσακηρίδου. «Ήταν από τους αγαπημένους μου. Η φωνή του ήταν αξεπέραστη. Με εξιτάρει, γιατί δεν έμοιαζε με κανενός άλλου. Μου άρεσαν πολύ και οι επιλογές του. Τα τραγούδια που είπε έδειχναν κάτι διαφορετικό από τον γνωστό ήχο του Ανατολικού Πόντου και της Τραπεζούντας», υπογραμμίζει η τραγουδίστρια από τα “Λεφτοκάρυα”.
Πώς προσπάθησε να προσεγγίσει τον Πόλιο;
«Για μένα το προσεγγίζω σημαίνει, ότι πηγαίνουμε κοντά σε κάτι. Μαθαίνουμε κάτι από αυτό. Παίρνουμε κάτι από αυτό και το παρουσιάζουμε με τον δικό μας τρόπο και προχωρούμε. Γιατί θεωρώ, ότι ο καθένας έχει τη δική του μοναδική φωνή και με αυτήν πορεύεται», απαντά η Νατάσα Τσακηρίδου.
Στίχοι με αναφορά σε μυθικό πτηνό
Το συγκεκριμένο τραγούδι είναι μνημειώδες όχι μόνο για τον εύθυμο χαρακτήρα του αλλά και για τους στίχους του, οι οποίοι παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ας τους παραθέσουμε με την απόδοσή τους στη νεοελληνική, πριν περάσουμε στην ανάλυση τους.
Ταν-ταν κοιλίαν εύκαιρον και δόντεα ακονεμένα – (ταν-ταν κοιλιά άδεια και δόντια ακονισμένα)
κρατέστ' ατέν, κρατέστ' ατέν, ατέ θα τρώει εμένα – (κρατήστε την, αυτή θα φάει και εμένα)
Παιδία γιάσα, γιάσα! Ξαν' παιδία γιάσα, γιάσα – (ζήτω παιδιά! Ξανά ζήτω παιδιά)
Η κορ' θ' επαλαλούτονε, ελάγγευεν σα κάσα – (η κόρη θα τρελαινόταν, θα πηδούσε στα βράχια)
Σιτ' πορπατείς εμπριά σ'; τέρεν, στραβού θα 'κχύν'ς το γάλαν - (Καθώς περπατείς μπροστά κοίτα, στραβή θα χύσεις το γάλα)
Εμείς πα ντο θα ίνουμες με τ' εσέν την παλάλα – (Και εμείς τί θα γίνουμε με εσένα την τρελή;)
Παιδία γιάσα, γιάσα! Ξαν' παιδία γιάσα, γιάσα
Η κορ' θ' επαλαλούτονε, ελάγγευεν 'ς σα κάσα
Ακείν' το καρυδότσεφλον 'ς σο νερόν 'κί πατεύει - (Αυτή η φλούδα του καρυδιού δεν βυθίζεται στο νερό)
θείτσα μ' το κορτσόπο σου απ' αφκακές χαντζεύει – (θεία μου το κοριτσάκι σου από κάτω καψαλίζει)
Παιδία γιάσα, γιάσα! Ξαν' παιδία γιάσα, γιάσα
Η κορ'; θ' επαλαλούτονε, ελάγγευεν 'ς σα κάσα
Εφόρεσαν και ν' έλλαξαν και τ' άσπρα τα σαγιάδες – (Της φόρεσαν και τα καλά τα άσπρα, μάλλινα ρούχα)
και αμόν σορσότα εκόνεψεν απαγκές 'ς σα καγιάδες – (και σαν σορσότα έκατσε ψηλά ψηλά στα βράχια)
Παιδία γιαβάς γιαβάσια! Ξαν' παιδία γιαβάς, γιαβάσια - (Παιδιά σιγά σιγά! Ξανά παιδία σιγά σιγά)
Η κορ' θ' επαλαλούτονε, ελάγγευεν 'ς σα κάσα
Το «ταν ταν κοιλίαν εύκαιρον και δόντια ακονεμένα» είναι φράση. Όπως αναφέρεται στα «Λαογραφικά Κοτυώρων» του Ξενοφώντα Άκογλου (1939, αρ. 266, σελ. 492), λέγεται «για απένταρους και πειναλέους, λιμοκοντόρους που κάνουν ψευτοεπιδείξεις, ή για πολύ φτωχούς Μεταφορικές προεκτάσεις έχει και ο στίχος «θείτσα το κορτσόπο σου απ' αφκακές χαντζεύει».
Σύμφωνα με το λεξικό του Άνθιμου Παπαδόπουλου, το ρήμα «χαντζεύω» εκτός από «καψαλίζω» σημαίνει και «μηχανεύομαι πονηρά τεχνάσματα εις βάρος κάποιου άλλου χωρίς να αποκαλύπτομαι». Οπότε εν προκειμένω το «απ' αφκακές χαντζεύει» κρύβει την πονηριά στον χαρακτήρα του κοριτσιού. «Είναι το σιγανό ποταμάκι. Ο ύπουλος που δεν τον πιάνει το μάτι σου», υποστηρίζει η φιλόλογος, συγγραφέας και καθηγήτρια εκμάθησης ποντιακής διαλέκτους, Γιώτα Ιωακειμίδου.
Η «σορσότα» είναι ένα μυθικό πουλί πελώριων διαστάσεων. Συνώνυμη λέξη είναι η σορσόταινα, η οποία χρησιμοποιούταν μεταφορικά για τα ζωηρά και εύθυμα κορίτσια. «Έτσι χαρακτήριζαν τις γυναίκες τις μεγαλόσωμες και τις όμορφες. Καμία φορά σορσότα λένε και το χελιδώνι», συμπληρώνει η Γιώτα Ιωακειμίδου για τη λέξη «σορσότα», η οποία αναφέρεται σε έργα του Ηλία Τσιρκινίδη και του Παντελή Μελανοφρύδη.
Το «γιάσα» στην επωδό προέρχεται από την προστακτική (yaş) του τουρκικού «yaşmak» που σημαίνει «ζω». Στην τελευταία επωδό το «γιάσα – γιάσα» αντικαθίσταται από το επίσης τουρκικό «γιαβάς – γιαβάς» (yavaş yavaş) που όπως στην ελληνική σημαίνει σιγά – σιγά.